Ο επίτιμος καθηγητής κοινωνιολογίας Ζίγκμουντ Μπάουμαν (Zygmunt Bauman) μιλά για την κρίση, τον καταναλωτισμό, τις μορφές αντίστασης, την ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας και το πώς βλέπει το μέλλον. Τη συνέντευξη πήραν η Ντίνα Δαβάκη και ο Δημήτρης Μπούκας για την εφημερίδα "Η Εποχή". Η Ελλάδα και η Νότια Ευρώπη διέρχονται μια παρατεταμένη οικονομική κρίση και δέχονται συνέχεια σκληρά μέτρα λιτότητας. Ποια είναι η γνώμη σας για αυτά που συμβαίνουν; Τα μέτρα συνδέονται με τα δάνεια που ζητούνται. Είναι σημαντικό όμως να δει κανείς για ποιο σκοπό χρησιμοποιούνται τα δάνεια που δίνονται στην Ελλάδα. Αν χρησιμοποιούνται για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τότε απλά τρέφεται η ρίζα του προβλήματος και οι πολιτικές λιτότητας θα συνεχιστούν αμείωτες. Οι οικονομικές κρίσεις έχουν να κάνουν όχι με καταστροφή του πλούτου, αλλά με αναδιανομή του. Σε κάθε κρίση υπάρχουν πάντα κάποιοι που κερδίζουν περισσότερα χρήματα σε βάρος των άλλων. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, μετά την κρίση έχει παρατηρηθεί μια αργή ανάκαμψη, όμως το 93% του επιπλέον ΑΕΠ που δημιουργήθηκε, κατέληξε μόνο στο 1% του πληθυσμού. Στα βιβλία σας έχετε πολλές φορές αναφερθεί στον καταναλωτισμό της σύγχρονης, μετανεωτερικής κοινωνίας. Σε τι βαθμό υπάρχει συμβατότητα μεταξύ καταναλωτισμού και μέτρων λιτότητας; Μέχρι το 1970, υπήρχε μια κυρίαρχη κουλτούρα αποταμίευσης και οι άνθρωποι δεν ξόδευαν χρήματα αν δεν τα είχαν προηγουμένως κερδίσει. Μετά το 1970, και με τη συνδρομή πολιτικών όπως ο Ρέϊγκαν, η Θάτσερ και θεωρητικών όπως ο Φρίντμαν, το καπιταλιστικό σύστημα αντιλήφθηκε ότι υπήρχε παρθένο έδαφος που μπορούσε να κατακτηθεί. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ήταν αυτή που είχε πει ότι ο καπιταλισμός αναζωογονείται μέσω νέων παρθένων περιοχών. Αλλά προέβλεψε λανθασμένα ότι όταν το σύστημα κατακτήσει όλα τα παρθένα εδάφη θα καταρρεύσει. Αυτό που δεν προέβλεψε ήταν ότι ο καπιταλισμός θα αποκτούσε την ικανότητα να δημιουργεί τεχνητές παρθένες περιοχές και να τις κατακτά. Μία από αυτές είναι οι άνθρωποι που δεν έχουν χρέη. Έτσι εφευρέθηκαν οι πιστωτικές κάρτες. Διαμορφώθηκε λοιπόν μια κουλτούρα διαφορετική από αυτή της αποταμίευσης. Τώρα πλέον μπορούσε κανείς να ξοδεύει χρήματα που δεν είχε αποκτήσει. Η φάση μεγάλης οικονομικής ανάπτυξης, που διήρκεσε από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα, βασίστηκε σε αυτήν ακριβώς την πίεση για δανεισμό. Κι όταν κανείς χρωστούσε η αντίδραση των τραπεζών δεν ήταν όπως παλιότερα, να στείλουν τον κλητήρα, αλλά το αντίθετο: έστελναν ένα πολύ ευγενικό γράμμα, με το οποίο προσέφεραν ένα νέο δάνειο για να αποπληρωθεί το προηγούμενο χρέος! Αυτό συνεχίστηκε για τριάντα χρόνια, μέχρι που ο Κλίντον εισήγαγε τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου, που σήμαινε ότι ακόμη και οι άνθρωποι που δεν μπορούσαν να καλύψουν τα έξοδά τους με τα έσοδα, μπορούσαν να πάρουν στεγαστικά δάνεια κλπ. Τελικά αυτή η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και έτσι δημιουργήθηκε η χρηματοπιστωτική κρίση. Παρόλα αυτά, η καπιταλιστική οικονομία φαίνεται να αντέχει. Είχαμε, για παράδειγμα, το κίνημα «Καταλάβετε τη Wall Street», το οποίο έτυχε μεγάλης προσοχής από τα ΜΜΕ σε όλον τον κόσμο. Στο μόνο μέρος που δεν έγινε αισθητό ήταν στην ίδια τη Wall Street, η οποία λειτουργεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο! Και αυτό είναι το πρόβλημα. Κυριαρχεί η ιδέα, στο μυαλό της κας Μέρκελ και των άλλων πολιτικών, ότι ο μόνος τρόπος είναι να υποστηρίζονται οι τράπεζες για να μπορούν να δίνουν περισσότερα δάνεια. Αλλά αυτή είναι μια πολύ κοντόφθαλμη πολιτική, αφού αυτή η παρθένα περιοχή του καπιταλισμού έχει πια εξαντληθεί: Οποιοσδήποτε μπορούσε να χρεωθεί, έχει χρεωθεί! Ακόμα και τα εγγόνια σας είναι ήδη χρεωμένα, δεν υπάρχει αμφιβολία. Θα πληρώνουν αυτά τα τριάντα χρόνια καταναλωτικού οργίου. Κι ενώ στην αρχή η παρθένα περιοχή των ανθρώπων που χρεώνονται απέφερε τεράστια κέρδη, βαθμιαία τα κέρδη αυτά λιγόστεψαν και τώρα είναι μηδαμινά, σύμφωνα με το νόμο της φθίνουσας απόδοσης. Αυτό που γίνεται στην Ελλάδα τώρα είναι ότι η χώρα επενδύει σε φαντάσματα, αυτό ακριβώς είναι οι τράπεζες που δίνουν δάνεια! Ποια είναι η διέξοδος, αν, όπως είπατε σε μια ομιλία σας, «έχει το μέλλον Αριστερά»; Μού ζητάτε να απαντήσω ένα ερώτημα το οποίο πολύ πιο έξυπνοι άνθρωποι, όπως ο Στίγκλιτς, δυσκολεύονται να απαντήσουν.Είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν ριζικές λύσεις. Κι εκείνο που με ανησυχεί, είναι ότι μεταξύ των πολιτικών θεσμών που έχουμε στη διάθεση μας, δεν υπάρχει ούτε ένας που να είναι σε θέση να παράσχει μακροπρόθεσμες λύσεις. Όλες οι κυβερνήσεις υπόκεινται στους, κατά τον R.D.Laing[1], διπλούς δεσμούς, που στην περίπτωση των κυβερνήσεων, για να χρησιμοποιήσω μια αναλογία, συνίστανται στις πιέσεις που δέχονται. Από τη μία για να επανεκλεγούν πρέπει να αφουγκράζονται τα αιτήματα του λαού, εκούσια ή ακούσια, και να υποσχεθούν την ικανοποίησή τους. Από την άλλη, όλες οι κυβερνήσεις, δεξιές και αριστερές, αδυνατούν να τηρήσουν τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις λόγω των χρηματιστηρίων και των τραπεζών. Για παράδειγμα, όταν η κυρία Μέρκελ και ο κύριος Σαρκοζί συναντήθηκαν μια Παρασκευή να διαβουλευτούν για το μνημόνιο της Ελλάδας, έλαβαν και κοινοποίησαν κάποιες αποφάσεις, και έτρεμαν όλο το σαββατοκύριακο μέχρι να ανοίξουν τα χρηματιστήρια τη Δευτέρα. Δεν ξέρω αν η άποψη του Laing είναι σωστή ή λάθος ως προς την οικογένεια, αλλά θεωρώ ότι έχω δίκιο όταν υποστηρίζω πως ισχύει στην περίπτωση των κυβερνήσεων.Ο κόσμος ψηφίζει από απογοήτευση. Εχουμε ολοένα και πιο συχνές εναλλαγές Δεξιάς και Αριστεράς. Στα πλαίσια της ίδιας κρίσης, ο αριστερός Θαπατέρο ηττήθηκε από τον δεξιό Ραχόι στην Ισπανία, ενώ στη Γαλλία ο δεξιός Σαρκοζί αντικαταστάθηκε από τον σοσιαλιστή Ολάντ. Αυτό ακριβώς εννοώ με τον όρο διπλοί δεσμοί. Από τη μία η πίεση του εκλογικού σώματος και από την άλλη το παγκόσμιο κεφάλαιο, χρηματιστήρια, τράπεζες, επενδυτές, που υπερβαίνουν οποιαδήποτε κυβέρνηση. Μέχρι και οι ΗΠΑ είναι καταχρεωμένες. Φαντάζεστε να ζητήσουν οι δανειστές της αμερικανικής κυβέρνησης άμεση εξόφληση του χρέους; Η αμερικανική οικονομία θα καταρρεύσει εν ριπεί οφθαλμού. Σε συνθήκες διπλών δεσμών, τόσο στην ψυχολογία όσο και στην μακροοικονομία, δεν υπάρχει επιτυχής διαφυγή. Πρέπει να αλλάξει το σύστημα εκ βάθρων και αυτό χρειάζεται χρόνο. Ναι, χρειάζεται ριζική λύση. Ποιά η γνώμη σας για τα κινήματα στη Νότια Ευρώπη; Εμείς ελπίζουμε πως τα κινήματα βάσης φαίνονται να ενισχύονται ολοένα. Είναι η πρώτη φορά, που στην Ελλάδα παρατηρούνται ομοιότητες με τα μέσα της δεκαετίας του ’70, μετά την πτώση της δικτατορίας. Υπάρχει συσπείρωση των πολιτών και νομίζουμε πως είναι πολύ καλός οιωνός και ελπιδοφόρος. Είναι η μόνη ελπίδα. Στο «Ημερολόγιο μιας κακής χρονιάς» ο Νοτιοαφρικανός συγγραφέας Κούτσι επανεξετάζει τις βασικές αρχές που διέπουν τη σκέψη μας, τα θεμέλια του στοχασμού μας, που θεωρούνται δεδομένα. Ο αρχαίος ελληνικός όρος είναι «δόξα» και υποδηλώνει τις ιδέες με βάση τις οποίες σκεπτόμαστε, που όμως δεν αμφισβητούμε (ΣτΜ «δοξασία» στα νέα ελληνικά). Μας διευκολύνουν να κατανοήσουμε τι γίνεται γύρω μας ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε, αλλά δεν υπόκεινται σε έλεγχο. Τις αποδεχόμαστε σιωπηρά. Ο Κούτσι τις θέτει σε αμφισβήτηση. Και λέει λοιπόν: «Αν θέλουμε πόλεμο, τον έχουμε. Αν επιθυμούμε ειρήνη, μπορούμε να την αποκτήσουμε. Αν αποφασίσουμε πως τα έθνη πρέπει να δρουν σε καθεστώς ανταγωνισμού και όχι φιλικής συνεργασίας, αυτό θα γίνει». Επομένως, κάθε αλλαγή είναι εφικτή. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης… Στη θέση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, μπορούμε να έχουμε συνεταιρισμούς. Oταν έκανα τη διατριβή μου για υφηγεσία στο LSE, το θέμα μου ήταν η κοινωνιολογική ανάλυση του βρετανικού εργατικού κινήματος. Πώς από την παρακμή του στο τέλος του 19ου αιώνα εδραιώθηκε και απέκτησε ισχύ τον 20ο. Δεν έγινε χάρη στις τράπεζες, ούτε χρηματοδοτήθηκε από ιδρύματα. Ενισχύθηκε όμως από το συνεταιρισμό καταναλωτών Ροτσντέιλ, που ήταν ο πρώτος συνεταιρισμός το 19ου αιώνα. Τα μέλη του αποφάσισαν να σταματήσουν να αγοράζουν από τα μαγαζιά, να μην πληρώνουν τους κεφαλαιούχους, αλλά να διανέμουν τα έσοδα του συνεταιρισμού στα μέλη του και στις τοπικές κοινότητες. Ο Ροτσντέιλ δεν ήταν ο μόνος, υπήρχαν κι άλλοι. Υπήρχαν τα ταμεία αλληλοβοήθειας, που με μια μικρή συνδρομή, τα μέλη σε περίπτωση δυσκολίας μπορούσαν να δανειστούν χρήματα και να μην καταφύγουν στην τράπεζα. Αυτά τα ταμεία δεν ήταν κερδοσκοπικά. Επομένως δεν είναι αποκύημα της φαντασίας του Κούτσι, αλλά εφικτό το να γίνουν αλλαγές. Προΰποθέτουν όμως επανάσταση στο επίπεδο της κουλτούρας και νοοτροπίας. Στην Ελλάδα της κρίσης υπάρχουν παρόμοιες πρωτοβουλίες των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που παρακάμπτουν το μεσάζοντα και αγοράζουν από τους παραγωγούς και πωλούν σε τιμές κόστους απευθείας στους καταναλωτές. Μόνο έτσι μπορούν να αντεπεξέλθουν οι πολίτες , των οποίων η αγοραστική δύναμη έχει μειωθεί στο μισό από τις αλλεπάλληλες περικοπές. Πρόκειται για έγκλημα… Αν τελικά η αλλαγή νοοτροπίας έχει αρχίσει, είναι μια αργή και μακροπρόθεσμη διαδικασία, που πρέπει να υπερνικήσει ισχυρότατους αντιπάλους. Ετσι όταν μιλάμε για λύσεις, το μείζον πρόβλημα δεν είναι το να βρούμε το τι είναι αναγκαίο να γίνει. Σ’ αυτό εύκολα μπορούμε να πετύχουμε σύγκλιση απόψεων. Το θέμα είναι το ποιός θα το κάνει. Μήπως οι αγανακτισμένοι πολίτες; Σίγουρα όχι τα πολιτικά κόμματα, οποιασδήποτε απόχρωσης. Ούτε οι κυβερνήσεις, που δεν ελέγχουν την οικονομία, οι δυνάμεις τις οποίας είναι παγκόσμιες. Τα κράτη είναι εξ ορισμού υποχρεωμένα να δρουν στα πλαίσια της επικράτειάς τους. Η οικονομία δεν ασχολείται πλέον με το τοπικό επίπεδο, τη νομοθεσία του τόπου, τις προτιμήσεις ή σύστημα αξιών των κατοίκων του. Μόλις διαπιστωθεί σύγκρουση, παίρνουν τα laptop, τα i-pad και i-phones και μετακομίζουν σε χώρες σαν το Μπανγκλαντές, όπου βρίσκουν απρόσκοπτη πρόσβαση σε εργατικά χέρια που κοστίζουν 2 δολάρια τη μέρα. Υπάρχει αυτό που ο Ισπανός κοινωνιολόγος Μανουέλ Καστέλς αποκαλεί «χώρο των ροών» (space of flows). Εκατομμύρια δολλάρια μεταφέρονται ελεύθερα, με το πάτημα ενός πλήκτρου στον υπολογιστή. Έτσι λοιπόν, από τη μια μεριά έχουμε την εξουσία που είναι απελευθερωμένη από τον πολιτικό έλεγχο, και από την άλλη έχουμε την πολιτική, που συνεχώς πάσχει από έλλειμα εξουσίας, μια και η εξουσία εξατμίζεται στον χώρο των ροών. Εννοείτε ότι η πολιτική είναι τοπική, ενώ η εξουσία παγκόσμια… Ακριβώς. Και ο πιο αδύναμος κρίκος δεν είναι η κοινότητα, η πόλη ή οποιαδήποτε άλλη μορφή τοπικότητας, αλλά το ίδιο το κράτος, που είναι παγιδευμένο μεταξύ δύο πυρών, του έθνους από τη μια και των αγορών από την άλλη. Και οι πρωτοβουλίες που αναφέρατε γεννιούνται στο υπο-εθνικό επίπεδο. Οι θεσμοί του εθνικού επιπέδου (κόμματα, κυβέρνηση, βουλή κλπ.) δε μπορούν να αντεπεξέλθουν στη διπλή αυτή πίεση. Οι πολίτες στην προσπάθεια τους να προστατευθούν από τις επιπτώσεις αυτών των ανώνυμων δυνάμεων της αγοράς, αντιδρούν με τον παραδοσιακό τρόπο, δηλαδή οργανώνονται με γνωστούς τους, γείτονες, με όλους αυτούς με τους οποίους αντιλαμβάνονται από κοινού πως η βελτίωση του τόπου τους θα έχει θετικό αντίκτυπο σε όλους και δεν είναι ανταγωνιστικό παιχνίδι με νικητές και ηττημένους. Γίνεται στις μέρες μας συχνά λόγος για δίκτυα… Ξέρετε, αντιμετωπίζω τον όρο αυτον με δυσπιστία. Τα δίκτυα έχουν να κάνουν με την επικοινωνία και η επικοινωνία περικλείει ταυτόχρονα τη δυναμική της σύνδεσης και τη δυναμική της αποσύνδεσης. Προτιμώ να μιλώ για κοινότητα, γιατί αυτός ο όρος εμπεριέχει την έννοια της δέσμευσης, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση των δικτύων. Σήμερα, μπορεί κανείς να έχει εκατοντάδες φίλους σε ένα online δίκτυο και απλά κάποια στιγμή να σταματήσει να επικοινωνεί με κάποιους, χωρίς να χρειαστεί καν να εξηγήσει γιατί ή να ζητήσει συγγνώμη. Στις τελευταίες εκλογές στην Ελλάδα, ο ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε ποσοστό περίπου 27% για πρώτη φορά στην ιστορία. Η δέσμευσή του είναι ότι θα σταματήσει την αποπληρωμή του χρέους και τα μέτρα λιτότητας που έχουν επιβληθεί. Από μια άποψη ήταν ευτυχής συγκυρία που η Αριστερά δε μπόρεσε να γίνει κυβέρνηση. Μπορώ να φανταστώ τη δυσκολία της θέσης της απέναντι σε πολιτικές που έχουν επιβληθεί, όχι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά από τις ανώνυμες δυνάμεις της αγοράς. Όσο ισχυρή θέληση και καλή οργάνωση και να έχουν τα κόμματα, δε νομίζω ότι μπορούν να καταφέρουν κάτι αν δεν αλλάξει το σύστημα. Όπως ανέφερα, εκείνο που παρατηρείται σήμερα, είναι η αποκοπή της εξουσίας από την πολιτική. Ως εξουσία αντιλαμβάνομαι την ικανότητα να κάνει κανείς κάποια πράγματα. Ως πολιτική αντιλαμβάνομαι την ικανότητα να αποφασίζει κανείς τι πρέπει να γίνει. Παλιότερα, το ζητούμενο ήταν να επιβάλλει κανείς τη δική του πολιτική ατζέντα. Ήταν δεδομένο ότι το κράτος θα υλοποιούσε την όποια ατζέντα. Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Δεν εννοώ ότι το κράτος είναι τελείως ανίσχυρο, αλλά ότι έχει περιορισμένα περιθώρια ελιγμών. Έτσι, μπορεί π.χ. να αποφασίσει ποιούς θα φορολογήσει περισσότερο, αλλά δεν έχει λόγο στα μεγάλα προβλήματα. Όλοι οι πολιτικοί θεσμοί που δημιουργήθηκαν μεταπολεμικά, βασίζονταν στην αντίληψη ότι το κράτος είναι ικανό να διαχειριστεί την οικονομία, την άμυνα, όπως και τις πολιτισμικές νόρμες μιας κοινωνίας. Αλλά τώρα πια η ιδέα της εθνικής κυριαρχίας αποτελεί αυταπάτη, αφού δεν υπάρχει ούτε ένα έθνος που να είναι κυρίαρχο. Ακόμη και πολύ θαραλλέοι πολιτικοί, όπως ο Λούλα στη Βραζιλία, χρειάζεται να παρακολουθούν τις αντιδράσεις των αγορών όταν υιοθετούν τη μια ή την άλλη πολιτική. Αντίθετα, κυριαρχούν τα χρηματιστήρια που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να παρακολουθούν τις ισοτιμίες των νομισμάτων κι όταν εντοπίσουν μια αδυναμία, να τη διογκώνουν μέχρι να πάρει διαστάσεις τεράστιου προβλήματος, μέσω των ΜΜΕ και της πληροφορικής, ώστε να οδηγήσουν σε πτώση των μετοχών και υποτιμήσεις και να δημιουργήσουν συνθήκες κερδοσκοπίας για το μεγάλο κεφάλαιο. Πώς μπορεί να επέλθει η αλλαγή; Πώς είναι δυνατόν το σύστημα της αγοράς να παραμένει τόσο σταθερό σ’ένα περιβάλλον γενικής ρευστότητας, για να χρησιμοποιήσουμε δικούς σας όρους; Όπως σάς είπα, δε βλέπω κάποια αρχή ικανή να επιβάλει κάτι διαφορετικό και πιστεύω ότι για να υπάρξει θα περάσουν δεκαετίες, δεν είναι κάτι που θε εμφανιστεί μέχρι τις επόμενες εκλογές. Η μόνη ριζική λύση που βλέπω είναι να εδραιωθεί ένας τρόπος ζωής, που θα καταστήσει το υπάρχον σύστημα έκπτωτο. Δηλαδή, να σταματήσει το σκεπτικό τού να δανείζεται κανείς για την απόκτηση αυτοκινήτου ή σε επίπεδο κρατών, το να καταφεύγουν σε δανεισμό για να μειώσουν τους φόρους για τους πολύ πλούσιους, και να υιοθετηθεί ένας τρόπος ζωής, που θα παρέχει σε κάποιο βαθμό ασφάλεια σε όλους. Σε τέτοιο περιβάλλον οι κερδοσκόποι δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα. Δηλαδή ένας αντικαταναλωτικός τρόπος ζωής. Ακριβώς. Το μισό πρόβλημα είναι ο υπερβολικός καταναλωτισμός της σπατάλης, που κυριαρχεί. Γι’ αυτό και κανένα επίδοξο κόμμα εξουσίας δεν υπόσχεται στους ψηφοφόρους πως θα πατάξει τον καταναλωτισμό. Δεν μιλάμε φυσικά για λιτότητα, αλλά για αλλαγή νοοτροπίας και τρόπου ζωής, με έμφαση στην ικανοποίηση των αναγκών και όχι την ικανοποίηση των καταναλωτών. Ο κόσμος τότε δεν θα σπαταλάει χρήματα για την απόκτηση διάφορων gadgets, όπως για παράδειγμα το να αγοράζεις καινούριο κινητό, χωρίς το παλιό να έχει βλάβη… Αυτό γίνεται γιατί οι κατασκευαστές των gadgets διασφαλίζουν ότι μόλις εισαχθεί το νέο μοντέλο μιας συσκευής τα παλιότερα θα γίνουν παρωχημένης τεχνολογίας και αυτό ακριβώς τονίζουν όταν τα διαφημίζουν. Τέτοια τεχνάσματα χρησιμοποιούν για να παγιδεύουν τους καταναλωτές. Φυσικά. Τα διαφημιστικά κόλπα αρχίζουν από τις διαφημίσεις στην παιδική τηλεόραση, όταν π.χ. τα νέα μοντέλα αθλητικών παπούτσιών παρουσιάζονται με τέτοιον τρόπο, που κάνει τα παιδιά να αισθάνονται πως θα γίνουν ρεζίλι στο σχολείο αν εμφανιστούν με παλιότερα. Μ’αυτόν τον τρόπο ασκούνται πιέσεις από παντού και απαιτείται θάρρος και αντοχή για να αντισταθεί κανείς στον καταναλωτισμό. Κάποιοι το κατορθώνουν και δημιουργούνται μικροί πυρήνες, όπως για παράδειγμα στην Ιταλία υπάρχει το κίνημα «slow food», που έχει εξαπλωθεί σε 160 χώρες ή το «Cittaslow», που αποσκοπεί στην επιβράδυνση του ρυθμού ζωής στα αστικά κέντρα και στη διασφάλιση της ποιότητας ζωής, αντί για την ποιότητα της κατανάλωσης. Τέτοιες πρωτοβουλίες αποτελούν «νησάκια» σε ένα αρχιπέλαγος. Από αυτό το σημείο ως τη ριζική αλλαγή νοοτροπίας είναι μακρύς ο δρόμος. Με παρηγορεί όμως η σκέψη πως κάθε πλειοψηφία στην ιστορία ξεκίνησε ως μειοψηφία κι έτσι το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τις κινήσεις που αναφέραμε. Δεν έχω δυστυχώς άλλο όραμα να σας προσφέρω. Ποιός θεωρείτε ότι είναι ο ρόλος των διανοούμενων σε αυτήν την προσπάθεια; Η διανόηση έχει γίνει κι αυτή ένα προϊόν που πωλείται και αγοράζεται και αυτό ισχύει για όλους, τόσο συντηρητικούς, όσο και προοδευτικούς. Παλιότερα, ας πούμε στη δεκαετία του ’30, υπήρχαν διανοούμενοι με κάποιο όραμα, κομμουνιστικό ή ακόμη και φασιστικό. Σήμερα οι διανοούμενοι με όραμα είναι πολύ λίγοι. Ο Μισέλ Φουκώ έχει πει ότι δεν υπάρχουν πια ολοκληρωμένοι διανοούμενοι: οι πανεπιστημιακοί στηρίζουν τα πανεπιστήμια, οι καλλιτέχνες τα θέατρα, οι γιατροί τα νοσοκομεία, η κάθε κατηγορία τα δικά της επαγγελματικά συμφέροντα. Λείπουν οι διανοούμενοι που θα στοχαστούν με πλαίσιο αναφοράς την ανθρωπότητα ολόκληρη. Αυτή η απουσία έχει να κάνει με τη σχετικοποίηση και την εμπορευματοποίηση της γνώσης; Οι διαδικασίες της εμπορευματοποίησης, της απορρύθμισης, του ατομισμού χαρακτηρίζουν όλες τις πλευρές της σύγχρονης κοινωνίας. Έτσι δεν υπάρχουν πια «κέντρα βάρους», σημεία συνεύρεσης, και «εργοστάσια αλληλεγγύης». Όλα είναι σκόρπια, ρευστά. Συνεργαζόμαστε στιγμιαία για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος και στη συνέχεια μεταπηδάμε σε κάτι άλλο, όταν βαρεθούμε, και όχι όταν το πρόβλημα έχει επιλυθεί. Δεν υπάρχει αγκυροβόλι. Αν λοιπόν, όπως περιγράφετε και στα βιβλία σας, ζούμε πια σε ένα μεταμοντέρνο, ρευστό κόσμο, μια ρευστή μετανεωτερικότητα, ποιά θα είναι η διάδοχη κατάσταση; Χρησιμοποιώ, όπως ίσως ξέρετε, τον όρο interregnum, που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Τίτο Λίβιο για να περιγράψει την κατάσταση στη Ρώμη μετά το θάνατο του Ρωμύλου, που βασίλεψε για 37 χρόνια, όσο ήταν τότε ο μέσος όρος ζωής. Μετά το θάνατό του, ελάχιστοι Ρωμαίοι θυμούνταν τη Ρώμη πριν το Ρωμύλο. Οπότε επικρατούσε μια κατάσταση τραγικής αβεβαιότητας και έλλειψης προσανατολισμού, μέχρι να βρεθεί βασιλιάς. Ο Γκράμσι δανείστηκε τον όρο και τον προσάρμοσε για να περιγράψει μια κατάσταση όπου οι παλιές πρακτικές δεν είναι πια αποτελεσματικές, ενώ νέοι τρόποι δεν έχουν ακόμα εφευρεθεί. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλέψουμε ποιοί θα είναι αυτοί οι τρόποι. Ίσως σε άλλα σημεία της υδρογείου να έχουν ήδη βρεθεί και να μην το γνωρίζουμε. Αυτό το μαθαίνουμε πάντα εκ των υστέρων. Στη διάρκεια του 20ου αιώνα, ούτε ένα από τα γεγονότα που άλλαξαν τον ρου της ιστορίας δεν είχε προβλεφθεί. Όλα αποτέλεσαν εκπλήξεις και ο κόσμος δεν μπορούσε να πιστέψει πως συνέβαιναν. Οταν μελετούσα την ιστορία του εργατικού κινήματος στη Βρετανία και έκανα έρευνα στα αρχεία της Guardian στο Μάντσεστερ, διαπίστωσα πως ούτε μια φορά μέχρι το 1870 δεν είχε γίνει αναφορά στην βιομηχανική επανάσταση, ούτε στην κοιτίδα της, το Μάντσεστερ. Ο κόσμος δεν είχε αντιληφθεί πως ζούσε τη βιομηχανική επανάσταση. Επομένως, αν τώρα ζούμε μια μετα-ρευστή επανάσταση, μόνο τα παιδιά σας θα τη συνειδητοποιήσουν. Αυτό είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ο συμπατριώτης σας Κορνήλιος Καστοριάδης, όταν λόγω των ριζοσπαστικών του θέσεων ερωτήθηκε αν στόχος του ήταν να αλλάξει τον κόσμο, απάντησε «Ούτε κατά διάνοια. Ποτέ δεν πέρασε από το μυαλό μου να αλλάξω τον κόσμο. Αυτό που επιθυμώ είναι να αλλάξει η ανθρωπότητα από μόνη της, όπως έκανε τόσες φορές στο παρελθόν». Αυτή είναι οπτική αισιόδοξου ανθρώπου. Την προσυπογράφετε σε τελική ανάλυση; Δεν θα προλάβω να το δω, γιατί είναι μακροπρόθεσμο. Όμως ελπίζω ο 21ος αιώνας να είναι αφιερωμένος στην επανασύνδεση εξουσίας και πολιτικής, μέσα από συλλογική δράση και κοινούς στόχους. Η διάκριση μεταξύ αισιόδοξης και απαισιόδοξης στάσης κατά τη γνώμη μου είναι λογικά εσφαλμένη, αφού δεν εξαντλεί όλες τις πιθανότητες. Ποιός είναι ο αισιόδοξος; Όποιος πιστεύει πως ο κόσμος ως έχει εδώ και τώρα, είναι ο καλύτερος δυνατός. Ποιός είναι ο απαισιόδοξος; Αυτός που σκέφτεται πως ίσως ο αισιόδοξος να έχει δίκιο. Υπάρχει και ο Καστοριάδης μεταξύ των δύο θέσεων, που λέει πως ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός και έλπιζε πως κάποτε θα πραγματοποιηθεί. Όσον αφορά στο απώτερο μέλλον, η άποψη του είναι σωστή, όχι όμως όσον αφορά στο άμεσο μέλλον. Όσο για μένα, είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος και μακροπρόθεσμα αισιόδοξος. Δεν βλέπω ριζοσπαστικές αλλαγές σύντομα, αλλά είμαι σίγουρος, πως είναι στο πρόγραμμα. [1] Ο ψυχίατρος R.D. Laing, ορίζει ως «διπλούς δεσμούς», τα διαφορετικά αντιφατικά μηνύματα στα οποία είναι εκτεθειμένα τα μέλη της οικογένειας λόγω της ταυτόχρονης επιρροής της κοινωνίας και της οικογένειας και την ανάγκη να απαντήσουν σε πολύ συχνά παράλογες προκλήσεις για να μην τιμωρηθούν. Αναδημοσίευση από το www.enallaktikos.gr
0 Comments
Μπορούμε να ποθούμε, αυτό που ήδη έχουμε; Και γιατί το απαγορευμένο είναι τόσο ερωτικό; Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ομιλία της ψυχοθεραπεύτριας Esther Perel στο TED. Γιατί λοιπόν το καλό σεξ ξεθωριάζει τόσο συχνά ακόμη και σε ζευγάρια που συνεχίζουν ν’ αγαπιούνται όσο ποτέ; Γιατί ή καλή επαφή δεν εγγυάται το καλό σεξ, αντίθετα με την κοινή αντίληψη; Η επόμενη ερώτηση θα έπρεπε να είναι: «Μπορούμε να ποθούμε, αυτό που ήδη έχουμε;» Αυτή είναι η ερώτηση κλειδί, σωστά; Και γιατί το απαγορευμένο είναι τόσο ερωτικό; Τι είναι αυτό που κάνει την παράβαση να ισχυροποιεί τόσο πολύ τον πόθο; Γιατί το σεξ παράγει μωρά, και τα μωρά είναι η ερωτική καταστροφή των ζευγαριών; Είναι κάτι σαν μοιραίο ερωτικό χτύπημα, έτσι δεν είναι; Κι όταν αγαπάμε, πώς νιώθουμε; Κι όταν ποθούμε, σε τι διαφέρει; Αυτές είναι μερικές απ’ τις ερωτήσεις που βρίσκονται στο επίκεντρο της εξερεύνησης μου για τη φύση της ερωτικής επιθυμίας και τα συνακόλουθα διλήμματα της σύγχρονης αγάπης. Ταξιδεύω στον κόσμο, και αυτό που παρατηρώ είναι ότι παντού, όπου εισήλθε ο ρομαντισμός, φαίνεται να υπάρχει κρίση επιθυμίας. Κρίση επιθυμίας όπως όταν κατέχεις το επιθυμητό – η επιθυμία ως μια έκφραση της ατομικότητάς μας, των ελεύθερων επιλογών, των προτιμήσεων, της ταυτότητάς μας, η επιθυμία που έχει γίνει η κεντρική ιδέα ως μέρος της σύγχρονης αγάπης και των ατομικιστικών κοινωνιών. Ξέρετε, είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας που προσπαθούμε να βιώσουμε τη σεξουαλικότητα σε μακροπρόθεσμη βάση, όχι επειδή θέλουμε 14 παιδιά, και θα γεννήσουμε περισσότερα διότι κάποια απ’ αυτά δεν θα ζήσουν, ούτε επειδή είναι αποκλειστικά συζυγικό καθήκον μιας γυναίκας. Είναι η πρώτη φορά που θέλουμε σεξ που ν’ αντέχει στο χρόνο για την απόλαυση και τη σύνδεση, που έχουν τις ρίζες τους στην επιθυμία. Τι είναι αυτό που διατηρεί την επιθυμία και γιατί είναι τόσο δύσκολο; Στην καρδιά της διατήρησης της επιθυμίας σε μια σταθερή σχέση βρίσκεται νομίζω η συμφιλίωση δύο θεμελιωδών ανθρώπινων αναγκών. Από τη μια, η ανάγκη μας για ασφάλεια, προβλεψιμότητα, προστασία, αξιοπιστία, φερεγγυότητα και μονιμότητα – όλες αυτές τις υποστηρικτικές εμπειρίες της ζωής μας που ονομάζουμε σπιτικό. Έχουμε όμως επίσης μια εξίσου ισχυρή ανάγκη — άνδρες και γυναίκες – για περιπέτεια, καινοτομία, μυστήριο, για ρίσκο και κίνδυνο, για το άγνωστο και το απρόσμενο, για την έκπληξη – το πιάνετε το νόημα — για την εμπειρία, για το ταξίδι. Έτσι, η συμφιλίωση της ανάγκης μας για ασφάλεια και της ανάγκης μας για περιπέτεια σε μια σχέση, ή αυτό που σήμερα μας αρέσει να ονομάζουμε φλογερό γάμο, ήταν κάποτε μια αντίφαση. Ο γάμος ήταν ένας οικονομικός θεσμός όπου δημιουργούσες έναν δια βίου συνεταιρισμό, από την άποψη των παιδιών και της κοινωνικής θέσης, με διαδοχή και συντροφικότητα. Τώρα όμως θέλουμε ο σύντροφός μας να συνεχίσει να μας τα παρέχει όλα αυτά αλλά επιπλέον να είναι ο καλύτερος και πιο έμπιστος φίλος και φλογερός εραστής, και να ζήσουμε δυο φορές περισσότερο. Καταλήγουμε λοιπόν σε ένα άτομο και βασικά του ζητάμε να μας δώσει, ό,τι κάποτε παρείχε ολόκληρο χωριό: Κάνε με δική σου, δώσε μου ταυτότητα, δώσε μου συνέχεια, αλλά και υπέρβαση και μυστήριο και δέος, όλα σε ένα. Δώσε μου άνεση, αλλά και ακρότητα. Δωσ’ μου καινοτομία, δωσ’ μου και οικειότητα. Δώσε μου προβλεψιμότητα αλλά κι εκπλήξεις. Και νομίζουμε πως είναι δεδομένο και πως τα παιχνίδια και τα εσώρουχα θα μας σώσουν. Φτάνουμε τώρα στην υπαρξιακή πραγματικότητα της ιστορίας, σωστά; Επειδή κατά κάποιο τρόπο νομίζω — και θα επιστρέψω σ’ αυτό – πως η κρίση επιθυμίας είναι συχνά κρίση φαντασίας. Γιατί λοιπόν το καλό σεξ ξεθωριάζει τόσο συχνά; Ποια είναι η σχέση μεταξύ αγάπης και επιθυμίας; Πώς συνδέονται και πώς συγκρούονται; Διότι εκεί κρύβεται το μυστικό του ερωτισμού. Εάν υπάρχει κάποιο ρήμα, για μένα, που πάει πακέτο με την αγάπη, είναι το «έχω». Και αν υπάρχει κάποιο ρήμα που πάει πακέτο με την επιθυμία, είναι το «θέλω». Στην αγάπη, θέλουμε να έχουμε, θέλουμε να γνωρίζουμε το αγαπημένο πρόσωπο. Θέλουμε να ελαχιστοποιήσουμε την απόσταση. Να γεφυρώσουμε το χάσμα. Θέλουμε να εξουδετερώσουμε τις εντάσεις. Θέλουμε εγγύτητα. Αλλά με την επιθυμία, έχουμε την τάση να μην θέλουμε να γυρίσουμε στα ίδια και τα ίδια. Η σίγουρη έκβαση δεν κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον μας. Με την επιθυμία, θέλουμε τον Άλλον, κάποιον στην άλλη πλευρά που να μπορούμε να τον επισκεφτούμε, να περάσουμε χρόνο μαζί του, να δούμε τι συμβαίνει στη δική του γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια.Θέλουμε μια γέφυρα για να περάσουμε, όταν πρόκειται για την επιθυμία. Ή, μ’ άλλα λόγια, λέω καμιά φορά πως, όπως η φωτιά έχει ανάγκη από οξυγόνο, η επιθυμία έχει ανάγκη από χώρο. Όταν λέγεται έτσι, είναι συχνά αρκετά αφηρημένο. Αλλά πήρα μαζί μου μια ερώτηση και πήγα σε περισσότερες από 20 χώρες, τα τελευταία χρόνια με το «Ζευγαρώνοντας σε αιχμαλωσία» και ρώτησα τους ανθρώπους, πότε αισθάνονται να έλκονται περισσότερο από τους συντρόφους τους; Όχι να έλκονται μόνο σεξουαλικά, αλλά να προσελκύονται περισσότερο. Σε κάθε πολιτισμό και θρησκεία, σε κάθε φύλο – εκτός από ένα — υπάρχουν κάποιες απαντήσεις που επαναλαμβάνονται. Η πρώτη ομάδα απαντήσεων λέει: ποθώ περισσότερο το σύντροφό μου όταν είναι μακριά, όταν είμαστε χώρια, όταν ξανασυναντιόμαστε. Βασικά, όταν έρχομαι ξανά σε επαφή με την ικανότητά μου να φαντάζομαι τον εαυτό μου με τον σύντροφό μου, όταν η φαντασία επανέρχεται στο προσκήνιο, και ριζώνεται στην απουσία και την προσμονή, που είναι βασικό στοιχείο της επιθυμίας. Η δεύτερη ομάδα, έχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον: Επιθυμώ περισσότερο τον σύντροφό μου όταν τον βλέπω στο στούντιο, όταν βρίσκεται επί σκηνής, όταν είναι στο στοιχείο του, όταν κάνει κάτι με το οποίο παθιάζεται, όταν τον βλέπω να μαγεύει τα πλήθη σε ένα πάρτι, όταν τραβά επάνω της τα βλέμματα. Κυρίως, όταν βλέπω τον σύντροφό μου ν’ ακτινοβολεί με αυτοπεποίθηση, είναι ίσως ο βασικότερος λόγος επιθυμίας για όλους. Ακτινοβόλος όπως αυτός που είναι αυτάρκης. Κοιτάζω αυτό το άτομο — παρεμπιπτόντως, στην επιθυμία οι άνθρωποι σπάνια μιλούν γι’ αυτό, όταν γινόμαστε ένα, πέντε εκατοστά ο ένας από τον άλλο. Δεν ξέρω πόσο είναι σε ίντσες. Δεν συμβαίνει όταν το άλλο άτομο είναι τόσο μακριά που δεν το βλέπετε πλέον. Είναι όταν κοιτάζω τον σύντροφό μου από μια ικανοποιητική απόσταση, όπου αυτό το άτομο που μου είναι ήδη τόσο οικείο, τόσο γνωστό, γίνεται ξανά για μια στιγμή μυστηριώδες και ασαφές. Σε αυτό το διάστημα μεταξύ μας, βρίσκεται η ερωτική ορμή, βρίσκεται αυτή η κίνηση προς τον άλλον. Διότι καμιά φορά, όπως λέει και ο Προυστ, μυστήριο δεν σημαίνει να ψάχνεις καινούργια μέρη, αλλά να κοιτάς με καινούρια μάτια. Όταν λοιπόν βλέπω, το σύντροφό μου, τη σύντροφό μου, να κάνουν κάτι με το οποίο είναι απορροφημένοι. Κοιτάζω αυτό το άτομο και γίνεται στιγμιαία μια αλλαγή στην αντίληψής μου, κι ανοίγομαι στα μυστήρια που ζουν ακριβώς δίπλα μου. Έπειτα, το σημαντικότερο σε αυτήν την περιγραφή του άλλου, ή του εαυτού μας — το ίδιο κάνει — το πιο ενδιαφέρον είναι πως δεν υπάρχει αναγκαιότητα στην επιθυμία. Κανείς δεν χρειάζεται κανέναν. Δεν υπάρχει φροντίδα στην επιθυμία. Φροντίζω σημαίνει αγαπώ δυνατά. Είναι ένα ισχυρό αντί- αφροδισιακό. Δεν έχω δει ακόμη κανέναν να ποθεί ερωτικά κάποιον που τον χρειάζεται. Να τον θέλεις, είναι ένα πράγμα. Να τον έχεις ανάγκη, είναι κατευναστικό, και οι γυναίκες το γνώριζαν πάντοτε αυτό, επειδή οτιδήποτε ανασύρει το γονεϊκό ένστικτο συνήθως μειώνει την ερωτική φόρτιση. Για καλούς λόγους, σωστά; Μια τρίτη ομάδα απαντήσεων συνήθως είναι, «όταν με εκπλήσσει, όταν γελάμε παρέα» και όπως μου είπε και κάποια στο γραφείο σήμερα, «όταν φοράει το σμόκιν του», κι εγώ απάντησα, «είναι είτε το σμόκιν, είτε οι καουμπόικες μπότες». Κυρίως συμβαίνει όταν υπάρχει κάτι νέο. Αυτό όμως δεν αφορά νέες ερωτικές στάσεις. Δεν είναι ένα ρεπερτόριο τεχνικών. Καινοτομία είναι, ποια κομμάτια σου εξωτερικεύεις; Ποια κομμάτια σου αφήνεις να φανούν; Διότι, κατά κάποιο τρόπο, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι το σεξ, δεν είναι κάτι που κάνεις, ε; Το σεξ είναι ο τόπος που επισκέπτεσαι. Είναι ο χώρος που εισέρχεσαι μέσα στον εαυτό σου και στον άλλο, ή στους άλλους. Πού πηγαίνετε λοιπόν στο σεξ; Με ποια κομμάτια σας συνδέεστε; Τι προσπαθείτε να εκφράσετε εκεί; Είναι ένας τόπος υπέρβασης και πνευματικής ένωσης; Είναι ένας τόπος σκανταλιάς όπου μπορείς να γίνεις επιθετικός με ασφάλεια; Είναι ένας τόπος όπου μπορείς να παραδοθείς και να μην αναλαμβάνεις ευθύνη για όλα; Είναι ένας τόπος όπου μπορείτε να εκφράσετε τις παιδικές σας επιθυμίες; Τι βγαίνει από εκεί; Είναι μια γλώσσα. Δεν είναι απλά μια συμπεριφορά. Και είναι η ποιητική αυτής της γλώσσας που με ενδιαφέρει γι’ αυτό ξεκίνησα να εξερευνώ την έννοια της ερωτικής νοημοσύνης. Ξέρετε, τα ζώα κάνουν σεξ. Είναι βασικό, είναι βιολογία, είναι φυσικό ένστικτο. Είμαστε οι μόνοι που έχουν ερωτική ζωή που σημαίνει πως μιλάμε για σεξουαλικότητα μεταμορφωμένη από την ανθρώπινη φαντασία. Είμαστε οι μόνοι που μπορούν να κάνουν έρωτα επί ώρες, να περνούν καλά και να έχουν πολλαπλούς οργασμούς, χωρίς ν’ αγγίζουμε κανέναν, μόνο με τη φαντασία μας. Μπορούμε να το υπαινιχθούμε. Δεν χρειάζεται καν να το κάνουμε. Μπορούμε να βιώσουμε το δυνατό αίσθημα της προσμονής, που είναι δομικό στοιχείο της επιθυμίας, την ικανότητα να τη φανταζόμαστε σαν να συμβαίνει, να τη βιώνουμε σαν να συμβαίνει, χωρίς να συμβαίνει τίποτα και όλα να συμβαίνουν την ίδια στιγμή. Όταν άρχισα λοιπόν να σκέφτομαι τον ερωτισμό, άρχισα να σκέφτομαι για την ποιητική του σεξ, κι αν το αναλογιστούμε ως ευφυΐα, είναι κάτι που το καλλιεργούμε. Ποια είναι τα συστατικά του; Φαντασία, παιχνίδισμα, καινοτομία, περιέργεια, μυστήριο. Ο Βασικός παράγοντας όμως είναι στ’ αλήθεια το κομμάτι που ονομάζουμε φαντασία. Το πιο σημαντικό όμως, για ν’ αρχίσω να καταλαβαίνω ποια είναι τα ζευγάρια που έχουν ερωτική φλόγα, και τι συντηρεί την επιθυμία, έπρεπε να πάω πίσω στον αρχικό ορισμό του ερωτισμού, τον μυστικιστικό ορισμό, και να περάσω μέσα από έναν διχασμό, εξετάζοντας το ψυχικό τραύμα, που είναι η άλλη πλευρά, και το μελέτησα βλέποντας την κοινότητα στην οποία μεγάλωσα, που ήταν μια κοινότητα του Βελγίου, όλοι επιζώντες του Ολοκαυτώματος,και στην κοινότητά μου υπήρχαν δύο ομάδες: εκείνοι που επέζησαν κι εκείνοι που επανήλθαν στη ζωή. Όσοι δεν πέθαναν, έζησαν συχνά καθηλωμένοι,δεν μπορούσαν να βιώσουν ευχαρίστηση, δεν μπορούσαν να εμπιστευτούν, διότι όταν είσαι σε εγρήγορση, ανήσυχος, αγχωμένος, και ανασφαλής, δεν μπορείς να σηκώσεις κεφάλι και να πας ν’ απογειωθείς στο διάστημα και να είσαι παιχνιδιάρης και ασφαλής και ευφάνταστος. Αυτοί που επανήλθαν στη ζωή ήταν εκείνοι που καταλάβαιναν τον ερωτισμό, ως αντίδοτο στο θάνατο. Ήξεραν πώς να διατηρηθούν στη ζωή. Όταν άρχισα ν’ ακούω για την ανέραστη ζωή των ζευγαριών με τα οποία εργαζόμουν, υπήρχαν άνθρωποι που έλεγαν «Θέλω περισσότερο σεξ» αλλά συνήθως οι άνθρωποι θέλουν καλύτερο σεξ, και καλύτερο σημαίνει να επανενωθούν με τη ζωντάνια, την ανανέωση, τη ζωτικότητα, τον έρωτα, την ενέργεια, που τους έδινε το σεξ, ή που ήλπιζαν ότι θα τους έδινε. Άρχισα λοιπόν να θέτω μια διαφορετική ερώτηση. «Καταπνίγω τον εαυτό μου όταν…» ξεκινούσε η ερώτηση. «Καταπνίγω τις επιθυμίες μου όταν…» Αυτή δεν είναι ίδια ερώτηση με το «Αυτό που με ξενερώνει είναι…» και το «Με ξενερώνεις όταν…». Κι ο κόσμος απαντούσε: «Καταπνίγω τον εαυτό μου όταναισθάνομαι νεκρός εσωτερικά, όταν δεν μου αρέσει το κορμί μου, όταν αισθάνομαι γριά, όταν δεν έχω χρόνο για τον εαυτό μου, όταν δεν έχω καν την ευκαιρία να σε ρωτήσω, όταν δεν αποδίδω στη δουλειά, όταν έχω μικρή αυτοεκτίμηση, όταν δεν νιώθω την προσωπική μου αξία, όταν δεν αισθάνομαι πως έχω το δικαίωμα να θέλω, να παίρνω, να εισπράττω ευχαρίστηση». Έπειτα άρχισα να ρωτώ την αντίθετη ερώτηση. «Ερεθίζομαι όταν…» επειδή συνήθως οι άνθρωποι θέλουν να λένε: «Εσύ με ερεθίζεις, τι με ερεθίζει» και οι ίδιοι μένουν εκτός. Καταλαβαίνετε; Όσα και να κάνει ο άλλος για του Αγίου Βαλεντίνου, αν είσαι νεκρός μέσα σου, δεν θα έχει καμία επίδραση. Δεν είναι κανείς μέσα. Γι’ αυτό ερεθίζομαι όταν, επιθυμώ, ξυπνάω όταν … Τώρα σε αυτό το παράδοξο μεταξύ αγάπης και επιθυμίας το παράξενο είναι ότι με τα ίδια υλικά που τροφοδοτείται η αγάπη — αμοιβαιότητα, ανταπόδοση, προστασία, έγνοια, ευθύνη για τον άλλον – είναι καμιά φορά τα ίδια υλικά που καταπνίγουν την επιθυμία. Διότι η επιθυμία συνοδεύεται από μια σειρά συναισθημάτων που δεν είναι πάντα ό,τι καλύτερο για την αγάπη: ζήλια, κτητικότητα, επιθετικότητα, δύναμη, κυριαρχία, σκανταλιά, αταξία. Βασικά οι περισσότεροι ερεθιζόμαστε τη νύχτα από τα ίδια πράγματα που μας απωθούν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ξέρετε, ο ερωτικός εγκέφαλος δεν είναι ιδιαίτερα πολιτικά ορθός. Αν όλοι φαντασιώνονταν ένα κρεβάτι με τριαντάφυλλα, δεν θα κάναμε αυτές τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις. Όμως όχι, εκεί επάνω στο μυαλό μας συμβαίνουν πράγματα που δεν γνωρίζουμε πάντα, πώς να τα μοιραστούμε με το άτομο που αγαπάμε, επειδή νομίζουμε πως η αγάπη είναι ανιδιοτελής, ενώ στην πραγματικότητα η επιθυμία έρχεται με μια δόση ιδιοτέλειας με την καλύτερη έννοια της λέξης: τη δυνατότητα να παραμείνουμε συνδεδεμένοι με τον εαυτό μας υπό την παρουσία του άλλου. Θέλω να σας το εξηγήσω αυτό, διότι αυτή η ανάγκη να συμφιλιώσουμε τις δύο ομάδες αναγκών, είναι εγγενής. Η ανάγκη μας για σύνδεση, η ανάγκη μας για αυτοτέλεια, η ανάγκη μας για σιγουριά και περιπέτεια, ή η ανάγκη μας για συντροφικότητα και αυτονομία. Κι αν αναλογιστείτε το μικρό παιδί που κάθεται στην αγκαλιά σας, που έχει φωλιάσει εκεί αναπαυτικά και με ασφάλεια, σε κάποιο σημείο, όλοι μας νιώθουμε την ανάγκη να βγούμε έξω στον κόσμο να εξερευνήσουμε και ν’ ανακαλύψουμε. Αυτή είναι η αρχή της επιθυμίας, αυτή η εξερευνητική ανάγκη, η ανακάλυψη. Κι έπειτα σε κάποιο σημείο, γυρνούν και σε κοιτάζουν, κι αν τους πεις, «Έι μικρέ, ο κόσμος είναι ένα υπέροχο μέρος, άντε να τον ανακαλύψεις. Έχει τόση πλάκα εκεί έξω». Μπορούν να φύγουν και να βιώσουν σύνδεση και αυτοτέλεια την ίδια στιγμή. Μπορούν να πάνε μακριά με τη φαντασία τους, με το κορμί τους, με την παιχνιδιάρικη διάθεση, γνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι θα υπάρχει κάποιος εκεί όταν επιστρέψουν. Αν όμως εδώ υπάρχει κάποιος που λέει, «Ανησυχώ. Αγχώνομαι. Είμαι στεναχωρημένος. Ο σύντροφός μου δεν με φροντίζει εδώ και καιρό. Τι το καλό υπάρχει εκεί έξω; Δεν έχουμε όλα όσα χρειάζεσαι μεταξύ μας, εσύ κι εγώ;». Τότε υπάρχουν μερικές αντιδράσεις που όλοι μας λίγο-πολύ μπορούμε ν’ αναγνωρίσουμε. Κάποιοι θα επιστρέψουν, έχουν επιστρέψει πολύ καιρό πριν, κι αυτό το μικρό παιδί που επιστρέφει είναι εκείνο που θα παραιτηθεί από ένα κομμάτι του εαυτού του για να μην χάσει τον άλλο. Θα χάσω την ελευθερία μου, για να μην χάσω τη σύνδεση. Και θα μάθω ν’ αγαπώ με συγκεκριμένο τρόπο που θα επιβαρυνθεί με επιπλέον ανησυχία κι επιπρόσθετη ευθύνη και προστασία, και δεν θα ξέρω πώς να σε αφήσω για να πάω να παίξω, για να νιώσω ευχαρίστηση, με σκοπό ν’ ανακαλύψω, να εισέλθω μέσα στον εαυτό μου. Μεταφράστε το αυτό σε γλώσσα ενηλίκων. Ξεκινά από μικρή ηλικία. Συνεχίζει στη σεξουαλική μας ζωή μέχρι το τέλος. Το παιδί νούμερο δύο επιστρέφει αλλά κοιτάζει έτσι, όλη την ώρα, πάνω από τον ώμο του. «Θα είσαι εκεί;» «Θα με βρίσεις; Θα μ’ επιπλήξεις;» «Θα θυμώσεις μαζί μου;» Και μπορεί να φύγει αλλά ποτέ δεν είναι μακριά, κι αυτοί είναι οι άνθρωποι που θα σου πουν, πως στην αρχή η σχέση ήταν καυτή. Επειδή στην αρχή, η αυξανόμενη οικειότητα δεν ήταν ακόμη τόσο δυνατή ώστε να οδηγήσει στη μείωση της επιθυμίας. Όσο πιο πολύ δένομαι, τόσο περισσότερο αισθάνομαι υπεύθυνος, και τόσο λιγότερο είμαι ικανός ν’ αφήνομαι, όταν είσαι μπροστά. Το τρίτο παιδί ποτέ δε γυρίζει πίσω. Τι γίνεται λοιπόν αν θέλετε να διατηρήσετε την επιθυμία, αυτή είναι η πραγματική συζήτηση. Από τη μια θέλετε την ασφάλεια, ώστε να μπορείτε να φύγετε. Από την άλλη, αν δεν μπορείτε να φύγετε, δεν μπορείτε να νιώσετε ευχαρίστηση, δεν κορυφώνετε, δεν έρχεστε σε οργασμό, δεν διεγείρεστε επειδή σπαταλάτε το χρόνο σας στο κορμί και το κεφάλι του άλλου κι όχι στο δικό σας. Έτσι, σε αυτό το δίλημμα σχετικά με τη συμφιλίωση αυτών των δύο συνόλων των θεμελιωδών αναγκών, υπάρχουν μερικά πράγματα που έχω καταλάβει πως κάνουν τα ερωτικά ζευγάρια. Το ένα είναι ότι έχουν πολλή ιδιωτική σεξουαλική ζωή. Καταλαβαίνουν πως υπάρχει ένας ερωτικός χώρος που ανήκει στον καθένα απ’ αυτούς. Καταλαβαίνουν επίσης ότι τα προκαταρκτικά δεν είναι κάτι που κάνεις πέντε λεπτά πριν από την πράξη. Τα προκαταρκτικά στην ουσία αρχίζουν στο τέλος του προηγούμενου οργασμού. Καταλαβαίνουν επίσης πως ένας ερωτικός χώρος, δεν έχει να κάνει με το να χαϊδέψεις τον άλλο. Αφορά το χώρο που δημιουργείς, όπου αφήνεις τη διαχείριση, ίσως είναι εκεί που αφήνεις και το ευέλικτο πρόγραμμα, και εισέρχεσαι σ’ αυτό το χώρο που παύεις να είσαι ο καλός πολίτης που φροντίζει τα πράγματα και είναι υπεύθυνος. Η υπευθυνότητα και η επιθυμία δεν ταιριάζουν. Δεν πάνε καλά μαζί. Τα ερωτικά ζευγάρια καταλαβαίνουν επίσης ότι το πάθος έρχεται και φεύγει. Είναι σαν το φεγγάρι. Έχει διαλείπουσες εκλείψεις. Ξέρουν όμως πως ν’ αναστήσουν το πάθος. Ξέρουν πώς να το φέρουν πίσω, και το ξέρουν επειδή έχουν απομυθοποιήσει έναν μεγάλο μύθο, που μιλά για τον αυθορμητισμό, ότι δηλαδή θα πέσει από τον ουρανό καθώς θα διπλώνετε τη μπουγάδα σαν από μηχανής θεός, και κατάλαβαν πως ό,τι είναι να συμβεί σε μια μακροχρόνια σχέση, έχει συμβεί ήδη. Το αφοσιωμένο σεξ είναι το προμελετημένο σεξ. Είναι σκόπιμο κι από πρόθεση. Είναι επικέντρωση και παρουσία. Αρχική πηγή : www.ted.com και www.rotasapantaw.wordpress.com ..."Για πρώτη φορά, ίσως, στην ιστορία του κόσμου, είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας των λαών σ’ ένα παγκόσμιο κίνημα, το οποίο θα φέρει την αλλαγή" και πως "δεν αρκεί, απλώς, να θέλουμε μια άλλη ζωή, πρέπει να την κατακτήσουμε!. Η σημερινή αντίσταση, ρωτάς, αν είναι να είσαι ο εαυτός σου; Αυτό είναι το σημαντικότερο. Αλλά κι ο εαυτός προς τα πού; Ε, στις πιο μαύρες ώρες ο άνθρωπος ξεφυτρώνει κάτι κάποια στιγμή, αν νιώθει! Για να έχεις συναισθήματα, όμως, πρέπει να νιώθεις συναισθήματα, να έχεις την απαραίτητη αυτογνωσία. Αλλά η σημερινή ζωή των ανθρώπων όπως είναι οργανωμένη είναι και αποσυναισθηματοποιημένη, ή τα συναισθήματα που νιώθει ο σημερινός άνθρωπος, και ιδίως ο νέος άνθρωπος, είναι κυρίως αρνητικά. Είναι συνεχώς αρνητικά φορτισμένος! Είτε θα δει τον προϊστάμενο, είτε θα δει τον μπάτσο, είτε θα δει οποιονδήποτε μέσα σε κάποιες σχέσεις, οι οποίες είναι αρνητικές. Ζούμε σ’ ένα σύστημα ανήθικο, παράλογο, αφύσικο και παραπλανητικό. Λέει ο Μπόρις Βιάν: «σ’ ένα σύστημα που εκθειάζει τον πόλεμο και απαγορεύει τον έρωτα», που θεωρεί τον έρωτα αμαρτία, σ’ ένα σύστημα που καθαγιάζει την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο, σ’ ένα σύστημα που δεν σέβεται την προσωπικότητα του ανθρώπου, τον υποτάσσει κάτω από μια εξουσία, σ’ ένα σύστημα που παράγει άχρηστα πράγματα. Σε ένα σύστημα, που η διαφήμιση, είναι ο τρομακτικότερος οδοστρωτήρας του καταναλωτισμού που ισοπεδώνει την ψυχή του ανθρώπου, το νόημα της ζωής του και μετατρέπει τους πόρους του πλανήτη σε απορρίμματα και που δυστυχώς, κανείς τον δεν καταγγέλλει αυτόν τον καρκίνο που λέγεται διαφήμιση, και που «καβαλάει» σε κάθε δημιούργημα ανθρώπινο, είτε πρόκειται για κάποιο κινηματογραφικό έργο, είτε πρόκειται για κάποια συνέντευξη, διακόπτοντας, για να πλασάρει π.χ. την κυρία που γλύφει το παγωτό! Βλέπεις κάτι και σου βάζουν αυτές τις αηδίες και μετά λες τι να έβλεπα πριν; Έχεις ξεχάσει! Πολτοποιούν το μυαλό του θεατή. Ο ρατσισμός, δε, εναντίον του θηλυκού γένους μέσα στην ελληνική κοινωνία είναι κυρίαρχο στοιχείο. Γι' αυτούς η γυναίκα είναι μόνο αξία χρήσης κι όχι άνθρωπος. Τι μου λες, εσύ, για Αλβανούς και γι’ άλλους ξένους... Είναι φριχτά πράγματα αυτά. Δηλαδή, αν κάτσουμε να μιλήσουμε για το πόσες πλευρές του ανθρώπου αγγίζει αυτό το θέμα, θα καταλάβουμε τι έγκλημα συντελείται σήμερα εναντίον της ανθρώπινης ζωής. Και το πώς αντιμετωπίζονται τα παιδιά; Εκεί είναι τεράστιο πρόβλημα, άλλο πρόβλημα. Τα βάζουν, ενώ απαγορεύεται να δουλεύουν, και τα εκπορνεύουν από μικρά, και κανείς δεν διαμαρτύρεται αν ένα ανήλικο παιδί διαφημίζει γαριδάκια. Τι έγκλημα είναι αυτό; Τόσο άσχημα είναι τα πράγματα... Είναι, περίπου: ο σώζον εαυτόν σωθήτω! Στο Πήλιο, οι φίλοι μου που έχουν πάει εκεί και ζουν καλλιεργώντας τη γη, βρήκαν ένα σύνθημα που λέει: «Μας σκοτώνουν από δέκα χρονών και μας θάβουν στα ογδόντα». Σκοτώνουμε τα παιδάκια, τα θάβουμε μετά στα ογδόντα και λέμε ότι ο μέσος όρος ζωής αυξήθηκε! Τους βλέπεις και αραδιάζουν παιδιά σ’ έναν κόσμο ο οποίος είναι εφιάλτης και ταυτόχρονα δεν νοιάζονται για τίποτα. Και αναρωτιέσαι: γιατί το κάνουν αυτό και ταυτόχρονα δεν νοιάζονται για τίποτα; Να διαιωνίσουν μόνο τα γονίδια και το DNA; Και σε όλα αυτά, επίσης, κανείς δεν αντιδρά. Εγώ, νιώθω πλούσιος επειδή συμμετείχα στα οράματα και στα ιδανικά της εποχής μου, έστω κι αν αυτά εξελίχτηκαν, όπως εξελίχτηκαν. Γιατί δεν είναι δυνατόν να είσαι άνθρωπος ζωντανός και να μην συμμετέχεις στο γίγνεσθαι της εποχής σου! Τότε, δεν είσαι τίποτα, δεν είσαι πολίτης, είσαι υπήκοος, είσαι οπαδός, είσαι ένα «ζώον». Και δυστυχώς, έχουμε γεμίσει από οπαδούς και υπηκόους αντί από πολίτες, διότι η λέξη πολίτης, σημαίνει ότι συμμετέχεις, ότι δρας, ότι σκέφτεσαι, ότι έχεις κριτική σκέψη, ότι έχεις φαντασία, ότι έχεις θέληση… Όταν μεταλλάσσονται οι άνθρωποι, και παύουν να είναι άνθρωποι, μαθαίνουν να παίρνουν μονάχα και όχι να δίνουν. Και αυτό είναι μια μονοσήμαντη σχέση και αρνητική. Είναι η κυρίαρχη σκέψη του λογοκρατούμενου δυτικού πολιτισμού. Διότι υπάρχει και μια άλλη σκέψη και φιλοσοφία: όταν δίνω κάτι, κερδίζω περισσότερο! Όταν έχω οχτώ και δώσω τα τρία έχω έντεκα, λένε οι σοφοί μας. Ενώ ο λογοκρατούμενος δυτικός πολιτισμός λέει, αντίθετα, ότι όταν έχω οχτώ και δώσω τα τρία, μού μένουν πέντε. Γιατί; Διότι το κεντρικό σημείο της «φιλοσοφίας» τους είναι τα αντικείμενα και όχι τα συναισθήματα. Αυτό, δηλαδή, που είχε πει ο Επίκουρος πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια: προσέχτε, γιατί οι κτήσεις γίνονται κτήτορες και σας κάνουν δούλους! Ποιος τον άκουσε; Ποιός μπορεί σήμερα να καταλάβει αυτό το… ανώμαλο αριθμητικό σύνολο: 8-3=11; Κι όμως… Παλιότερα, που έρχονταν οι Αλβανοί και τους αντιμετωπίζαμε σαν εγκληματίες, κλέφτες, φονιάδες, γύριζα από τον Αγ. Στέφανο, ήταν χειμώνας και χιόνιζε στον δρόμο και βλέπω ένα ζευγάρι να περπατάει μέσα στο χιόνι και στο βοριά, η γυναίκα κρατούσε ένα μωρό τυλιγμένο με κουβέρτες στην αγκαλιά της και ο άντρας πήγαινε από δίπλα. Σταμάτησα δίπλα τους και τους ρώτησα που πάτε; Μου λένε -στραβά κουτσά συνεννοηθήκαμε- πάμε στο Κέντρο Υγείας. Τους βάζω, λοιπόν, μέσα στο αυτοκίνητο – αυτοί απόρησαν- και τους πάω στο Κέντρο Υγείας. Κανονίζω, εκεί, να τους δει ο γιατρός... Ε, αυτό το βλέμμα που μου έριξε η γυναίκα, είχε τόση ευγνωμοσύνη, τόσες ευχαριστίες, που εγώ δεν θα το ξεχάσω στη ζωή μου. Κάθε φορά που κάνω μια τέτοια πράξη, ζω πολύ καλά για αρκετό καιρό. Όταν δίνεις κάτι, πάντα κερδίζεις και κερδίζεις τα πιο πολύτιμα. Κερδίζεις τα καλά συναισθήματα. Πώς να γεμίσεις συναισθήματα τα οποία να γεννήσουν και πράγματα μέσα σου; Περιμένουν οι σύγχρονοι άνθρωποι πότε θα έρθουν οι διακοπές, να πάνε να κάτσουνε είκοσι μέρες να δούνε κανένα ηλιοβασίλεμα! Αλλά, όταν συμβαίνουν όλα αυτά γύρω μας εκείνο το οποίο διαστρέφεται είναι και η αισθητική πλευρά της ζωής μας. Δηλαδή, δεν είναι μονάχα η ποιότητα ζωής, είναι και αυτή η προσέγγιση, η οποία γίνεται κιτς, που βλέπεις στην τηλεόραση, στα σκουπίδια που μας πετάνε στη μάπα… Γι’ αυτό λέω, καταρχήν να σπάσουμε τις μεγάλες πόλεις, να πάμε στα χωριά μας, να πάμε σε μικρές κοινότητες, σε ανθρώπινα μέτρα. Η κοινωνία είμαστε και εμείς. Όταν αλλάζουμε τον εαυτό μας, αλλάζουμε και την κοινωνία. Δεν φεύγουμε απ’ την κοινωνία, συγκροτούμε μια άλλη στην οποία θέλουμε να ζήσουμε. Ανθρώπινη. Όπου θα μπορούμε να κοιταζόμαστε στα μάτια, όπου οι λέξεις θα χουν νόημα, το καλημέρα θα ‘ναι καλημέρα, όπου οι ανθρώπινες σχέσεις, η τρυφερότητα, η αγάπη, ο έρωτας, η δημιουργία, η ζωή, η ανταλλαγή των απόψεων, των ιδεών, της κριτικής σκέψης κι όλα αυτά τα καταπληκτικά πράγματα θα έχουν νόημα. Ξέρετε με πόσα πράγματα όμορφα μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει έξω από αυτά που μας υποχρεώνει το σύστημα να κάνουμε; Θυμάμαι μια φορά, μου έχει πει η γυναίκα μου η Ρηνιώ, παλιά στο Σουφλί τον χειμώνα, οι κοπέλες μαζεύονταν σε μια αποθήκη και ξεκούκιζαν το καλαμπόκι και η μία ήτανε αναγνώστρια, είχε ένα βιβλίο και διάβαζε και οι άλλες ακούγανε. Φαντάζεσαι μια τέτοια συντροφιά μια χειμωνιάτικη νύχτα; Να διαβάζει καλή λογοτεχνία; Πόσες συγκινήσεις, πόσα συναισθήματα ενώνει αυτή την παρέα εκείνη τη στιγμή, πόσο την ανεβάζει σε αισθητικό επίπεδο, πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχει αυτό το πράγμα; Λοιπόν, μπορούμε να ξαναζήσουμε τέτοιες ανθρώπινες στιγμές, να ξαναβρεθούμε σαν άνθρωποι. Αυτό είναι το σημαντικό, αυτό πρέπει να αναζητήσουμε, το τι θα φάμε και πως θα επιβιώσουμε είναι άλλο πρόβλημα το οποίο επίσης μπορούμε να λύσουμε πάρα πολύ απλά. Με την τεχνολογία που έχουμε σήμερα, -αφού την πληρώσαμε που την πληρώσαμε πανάκριβα- μπορούμε να κάνουμε τα πάντα από το χωριό μας. Μέσα από το ίντερνετ μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, και συγχρόνως να αξιοποιήσουμε και τη γη μας, γύρω γύρω. Όπου να ‘ναι τέτοια θα κάνουμε, θα φυτεύουμε μαρούλια να τρώμε, θα έχουμε και μια κατσίκα που είναι η αγελάδα του φτωχού, γιατί βγάζει τα πάντα: γάλα, τυρί, βούτυρο, ότι θες… Δεν αρκεί απλώς, να θέλουμε μια άλλη ζωή, πρέπει να την κατακτήσουμε! Πρέπει να ξαναβρούμε τα συναισθήματά μας τα χαμένα, πρέπει να ξαναβρούμε τον εαυτό μας. Είναι δύσκολα τα πράγματα για τους νέους. Για μας ήταν πιο εύκολα, γιατί στους νέους το σύστημα βομβαρδίζει την ψυχούλα τους. Εμάς μας δέρνανε, μας κλείνανε στις φυλακές, μας εκτελούσανε. Εντάξει. Είμαστε ζωντανοί όμως. Ο πολιτισμός είναι η συμπεριφορά των ανθρώπων και η παιδεία τους. Αυτό είναι πολιτισμός. Δεν είναι τα μάρμαρά μας! Στην Ελλάδα, σήμερα, ποιος παράγει τέχνη και πολιτισμό; Έχουμε βουλιάξει εντελώς. Που είναι οι διανοούμενοι να βγούνε μπροστά; Να δώσουνε διέξοδο, να δώσουνε ελπίδα; Δεν ξέρω. Κάθε χρόνο βγαίνουν εκατοντάδες χιλιάδες από τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά μας Ιδρύματα. Είδε κανένας καμία θετική επιρροή στην κοινωνία από την παιδεία αυτών των εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων; Ε, δεν βλέπω μέσα στην κοινωνία κάποιον από αυτούς που να 'χει παιδεία! Άλλοι ‘γιναν υπουργοί, άλλοι ‘γιναν βουλευτές. Η ικανότητα απορρόφησης του συστήματος της αθωότητας και της προσωπικότητας του ανθρώπου στην εποχή μας είναι τρομακτική. Ό άνθρωπος μεταλλάσσεται συναισθηματικά, ψυχολογικά, βιολογικά, πνευματικά. Πρέπει να το πάρουμε χαμπάρι. Καθημερινά τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Έβλεπα ένα ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου, αν θυμάμαι καλά, το οποίο μιλούσε για την θηλυκοποίηση των ανθρώπων μέσω της διατροφής που μας επιβάλλουν. Ξέρεις με τι ταχύτητα περνάνε τα χημικά στη διατροφή μας; Ποιος νοιάζεται γι’ αυτούς τους συγχρόνους Φρανκενστάϊν που εν ονόματι της επιστήμης βάζουν τα βρωμοχέρια τους στα μυστικά της φύσης και προσπαθούν να την αντιγράψουν, να την μετατρέψουν σε εργαστήριο, να την ελέγξουν, να την υποτάξουν; Κι από την άλλη μεριά λέει ο Ελύτης, κάπου, ότι με τα εργαλεία ενός υψηλού ανθρωποκεντρικού τεχνοκρατικού πολιτισμού, προσπαθούμε να διορθώσουμε τις βλάβες που επέφερε στον πλανήτη και στην κοινωνία ένας ανθρωποκεντρικός – τεχνοκρατικός πολιτισμός. Σε αυτόν τον φαύλο κύκλο βρίσκεται σήμερα ο άνθρωπος! Σαν το χαμστεράκι στο κλουβί που γυρίζει συνεχώς στη ρόδα, χωρίς να το οδηγεί πουθενά! Κι ο Κέσλερ, ένας άλλος μεγάλος πνευματικός άνθρωπος, λέει, ότι κάθε επινόημα, κάθε εφεύρεση του ανθρώπινου μυαλού το υιοθετεί το σύστημα, το παίρνουν οι πολυεθνικές. Δες σήμερα, (οι γερμανοί το ‘παν πρώτοι, τότε που είχαμε τα κινήματα της γερμανικής νεολαίας) τα πανεπιστήμιά μας είναι campus, είναι στρατόπεδα που παράγουν ηλιθίους υψηλής τεχνολογίας. Δες και όταν ξεχωρίζουν κάποια μυαλά, πώς τα επισημαίνουν αμέσως από το δεύτερο - τρίτο έτος, οι πολυεθνικές εταιρίες, τα καπαρώνουν και τα παίρνουν… Τώρα, αν σκεφτεί κάποιος, πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος και μάλιστα ιδιοφυής, ένα εξαιρετικό μυαλό, που μετέχει της παιδείας του εικοστού πρώτου αιώνα, αφού αποφοιτήσει να πάει σε μια πολυεθνική και να κάνει έρευνα για μικροβιολογικούς, χημικούς ή άλλους πολέμους; Αυτό είναι ακατανόητο! Χρειάζεται κανένα άλλο επιχείρημα για να αποδείξει ότι αυτό που συντελείται σήμερα, στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δεν έχει καμία σχέση με την παιδεία; Διότι αν αυτός ο ιδιοφυής άνθρωπος είχε αποκτήσει πραγματικά κάποια παιδεία, δεν θα πήγαινε να διαθέσει τις γνώσεις του για να κάνει έρευνες για χημικούς πολέμους ή για το πώς η εξουσία θα υποδουλώσει π.χ. στην Αφρική για μια ακόμη φορά αυτούς τους λαούς, μέσα από τους οποίους πέρασε η πρωταρχική συσσώρευση του κεφαλαίου και τους κατάπνιξε! Και φωνάζουμε για τους μετανάστες... Τα λεφτά τους ζητάνε πίσω οι άνθρωποι! Ο δυτικός κόσμος απορρόφησε όλους τους πόρους τους, τους ρήμαξε, τους υποδούλωσε. Κι αντί λοιπόν να πούνε, ρε παιδιά, για καθίστε, να δώσουμε τη δυνατότητα σ’ αυτούς τους λαούς να φτιάξουν την πατρίδα τους έτσι ώστε να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή ζωή, συνεπώς θα τους δώσουμε κεφάλαια πίσω, ώστε να συγκροτηθούν τα κράτη τους και να ζήσουν οι άνθρωποι στη χώρα τους κι όχι να φεύγουν απ’ την πατρίδα τους και να ζήσουν στα ξένα… Αλλά που να τη βρεις τη λογική; Βλέπεις όλοι είναι εναντίον της τρομοκρατίας αλλά κανείς δε λέει ότι είναι εναντίον της βίας! Κανένας. Είμαι εναντίον της βίας, όπως είμαι και εναντίον της εξουσίας. Όταν λοιπόν κάποιος μιλάει για τρομοκρατία δεν μπορεί να αναφέρεται μόνον σε ένα παιδάκι, σ’ έναν Παλαιστίνιο ή κάποιον απ’ αυτές τις χώρες, το οποίο κάτω από την καταπίεση αιώνων του λαού του, που έστω γιατί πιστεύει ότι θα πάει στον παράδεισο, φορτώνεται με δυναμίτιδα και τινάζει στον αέρα την ίδια τη ζωή του «μετά των αλλοφύλων», που λένε και οι Εβραίοι στα Ευαγγέλια. Αυτός είναι τρομοκράτης, αλλά ο πιλότος που πάει και βομβαρδίζει χωριά, νοσοκομεία, σχολεία σε μια χώρα και την καταστρέφει, παρασημοφορείται και είναι ήρωας; Αυτό, πραγματικά, δεν το καταλαβαίνω! Γιατί να ορίζουμε ως τρομοκρατία την εξωθεσμική βία; Ενώ οι ίδιοι, και με το σύστημα και με τους πολέμους… διότι τι τα θέλουν όλα αυτά τα αεροπλανοφόρα, τα αεροπλάνα, τα τανκς; Λοιπόν, αυτοί είναι οι τρομοκράτες! Πολλοί, ξαφνικά από επαναστάτες γίνανε πολιτικοί και μπήκανε σε παιχνίδια, τέτοια, που ήταν και άγνωστα και ανήθικα, που δεν τα καταλάβαιναν δηλαδή. Και δεν μπορούσα να βλέπω τους συντρόφους μου… Όμως, οι περισσότεροι από όσους τουλάχιστον ξέρω και έχω επαφή, κυρίως τα παιδιά του Ρήγα Φεραίου που ήμασταν φυλακή μαζί, όλοι είναι ενδιαφέροντες άνθρωποι. Γράφουν, μελετούν, ασχολούνται ακόμα με πράγματα αλλά σε μια άλλη πορεία σκέψης πια… Γιατί πρέπει να μαθαίνουμε αντί να κοιτάμε, να βλέπουμε, να εμβαθύνουμε σ’ αυτό που βλέπουμε, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε. Είναι καλά παιδιά, και όταν συναντιόμαστε, είμαστε πάντα φορτισμένοι από συγκίνηση. Κλαίμε, συχνά, κιόλας. Ναι, κλαίμε. Εγώ, από την άλλη, όταν συνειδητοποίησα τι συμβαίνει, κι ότι τέλειωσα μ’ αυτή την ιστορία, ήμουν σχεδόν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Δηλαδή, έλεγα, τώρα τι κάνεις; Τότε η Ρηνιώ πήρε το πρώτο μας σκυλί, την Stormy, ένα λυκόσκυλο. Και αυτή με έμαθε να ξανασκέφτομαι και να βλέπω τις ομορφιές του κόσμου, κι ότι η ζωή είναι όμορφη, είναι πάρα πολύ όμορφη, έχει πάρα πολύ όμορφες στιγμές. Μια μέρα είναι γεμάτη αιωνιότητες. Εάν μπορούμε πραγματικά να καταλάβουμε κάθε στιγμή, ποιοι είμαστε και που είμαστε. Μέσα από την Stormy, λοιπόν, και την παρέα μαζί της αναζήτησα νέα μονοπάτια σκέψης. Ξέφυγα από τον ορθολογισμό του Μαρξισμού -ντε και καλά- και άρχισα να ανιχνεύω τελικά το ποιός είμαι εγώ και ποιά είναι η φύση που με περιβάλλει. Πώς ήρθα εδώ, τί κάνω, από πού ήρθα, πού θα πάω; Κι έτσι έγραψα το πρώτο μου βιβλίο «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», οπού ξεμπέρδευα πια με όλο αυτό το άγχος και τους κόμπους που κουβαλούσα μέσα μου. Και μετά έγραψα και το δεύτερο το «Χαμογέλα, ρε... τι σου ζητάνε;» οπού ξέμπλεκα πια με την πολιτική: ότι η πολιτική είναι ένα χυδαίο, ανήθικο και βρώμικο παιχνίδι και δεν μπορεί ένας άνθρωπος να παραμείνει αθώος συμμετέχοντας στην πολιτική. Ξεμπέρδεψα επίσης με την εξουσία, με τη βία και με την οργάνωση. Μετά έγραψα το τρίτο βιβλίο, «Τα κεραμίδια στάζουν», όπου ανιχνεύω τους ανθρώπινους και κάποιους άλλους δρόμους επίσης, και μετά έγραψα «Το κλειδί είναι κάτω απ΄ το γεράνι», που είναι το καταστάλαγμά μου, είναι πρόταση ζωής διαφορετικής. Μετά γράφω τη «Ντομάτα με γεύση μπανάνας» που καταγγέλλω όλον αυτό το θεσμό των λεγομένων επιστημόνων, οι οποίοι ‘κάναν αυτά τα πράγματα… Ε, και στο μέλλον φιλοδοξώ να γράψω ένα τελευταίο βιβλίο. Τώρα, ένα από τα μεγάλα προβλήματα που έχουμε στην Ελλάδα είναι ότι το δημόσιο αποτέλεσε την αποθήκη όλων των ρουσφετιών όλων των πολιτικών. Ρουσφέτι, ρουσφέτι, ρουσφέτι! Άκουγα ότι στη Γερμανία, υπάρχει μονιμότητα αλλά οι δημόσιοι υπάλληλοι, εκεί, απαγορεύεται να απεργήσουν, γιατί ο δημόσιος υπάλληλος είναι κρατικός λειτουργός. Και οι μισθοί τους είναι πολλές φορές χαμηλότεροι από τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα. Γιατί; Γιατί ο μισθωτός του ιδιωτικού τομέα, κάθε μέρα πρέπει να αποδείξει την ικανότητα, την παραγωγική του ικανότητα στο αφεντικό για να μπορέσει να παραμείνει. Ενώ ο δημόσιος υπάλληλος από τη στιγμή που διορίζεται, είναι για όλη του τη ζωή. Εμείς, εγώ με τη Ρηνιώ για παράδειγμα, ξέρουμε τέσσερις- πέντε ανθρώπους -συγγενείς μας, όχι στον περίγυρο- που διορίστηκαν χωρίς αξιολόγηση, χωρίς κάποια μόρφωση ιδιαίτερη, λόγω του βουλευτή που ψήφισαν. Για να μην πω για μια ξαδέρφη μου, μέλος του ΚΚΕ, αν και τόσα χρόνια που ήμουν σε εξορίες-φυλακές, δεν είχε εμφανιστεί ποτέ και γι αυτό δεν την είχα γνωρίσει, επικοινώνησε κάποια στιγμή μαζί μου, επειδή νόμιζε ότι είχα επαφές με την Κυβέρνηση, για να μεσολαβήσω, ώστε να διοριστούν οι γιοί της… Που λες; Ανθρωποφύλακες! Ε, τρελάθηκα. Στο δημόσιο, λοιπόν, στην Ελλάδα, μόνο κρατικοί λειτουργοί δεν είναι, αυτοί οι περίφημοι δημόσιοι υπάλληλοι. Υπάρχουν και άνθρωποι βέβαια που δουλεύουν, αλλά πώς να ξεκαθαρίσουν αυτά τα πράγματα, με τα ρουσφέτια τους; Άσε, που και να μπορούσες, για να τους απολύσεις, θα έπρεπε να τους δώσεις αποζημιώσεις, συντάξεις… Και τι; Να ξαναγίνουμε πλατεία Κλαυθμώνος; Άλλωστε, δεν ξέρουμε με ποιους πολιτικούς έχουμε να κάνουμε; Κάθε φορά που θα έρχεται καινούρια κυβέρνηση θα απολύει τους προηγούμενους δημόσιους υπαλλήλους και θα γυρίζει στους καινούριους και άντε να γίνει δουλειά εκεί μέσα! Το Σύνταγμα αν είναι να αλλάξει; Εγώ δεν ξέρω, δεν είμαι και μορφωμένος, αλλά γνωρίζω κάτι: Αν θέλουμε να ανοίξουμε ένα δρόμο όπου θα έχει κάποια δυνατότητα ο κόσμος να εκφραστεί, αυτός είναι το εκλογικό σύστημα που λέγεται απλή αναλογική, ώστε να εκφράζονται όλες οι ομάδες μέσα στο κοινοβούλιο και αυτό ίσως υποχρεώσει τελικά, τις όποιες πολιτικές δυνάμεις σε συνθέσεις και συνεργασίες. Κι αυτό, θα σημάνει ένα σημαντικό βήμα προς τον πολιτικό πολιτισμό. Όταν βλέπεις την Παπαρήγα από τη μια, τον Τσίπρα από την άλλη, τον Αλαβάνο απ’ την άλλη, τον Κουβέλη απ’ την άλλη, ο καθένας να τρέχει και να λέει τα δικά του, και ούτε οι ίδιοι δεν μπορούν να συνεννοηθούν, τι σκατά Κυβέρνηση να κάνουνε; Άντε και να ψηφίσουμε ένα εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής, άντε και να βγούνε, θα μπορέσουν να το κρατήσουν; Σ’ ένα μήνα θα το διαλύσουν. Εκεί στηρίζεται και το περίφημο πλειοψηφικό, το οποίο, λέει, θέλουμε σταθερές κυβερνήσεις και κολοκύθια… Ξέρεις ποια είναι η πεποίθηση μου; Ότι οι άνθρωποι οι έξυπνοι φοβούνται να αντικρύσουν την αλήθεια της ζωής τους. Θα φέρω ένα παράδειγμα: Πριν καιρό ήμασταν καλεσμένοι σε μια γιορτή, όπου ήταν όλοι καθηγητές πανεπιστημίων, επιστήμονες, κλπ. και πήγαμε και τους βρήκαμε πάνω σ’ έναν καβγά. Γιατί λες; Τότε, είχε διοριστεί ο Χριστόδουλος, ο Αρχιεπίσκοπος, και όλη η συζήτηση ήταν σχετικά με αυτόν: και αμάν ο Χριστόδουλος, και δώσ’του ο Χριστόδουλος, και είναι κίνδυνος ο Χριστόδουλος… Κάποια στιγμή γυρίζω και τους λέω, τι Χριστόδουλος ρε παιδιά, ποιός είναι ο Χριστόδουλος; Από πού κι ως πού αποτελεί κίνδυνο ο Χριστόδουλος για το επαναστατικό κίνημα; Τι λέτε; Δεν βλέπετε τον καταναλωτισμό που μας οδηγεί; Και πετάγεται κάποια και μου λέει: «γιατί είναι κακό πράγμα ο καταναλωτισμός;». Λέω, ναι, γιατί αυτή τη στιγμή τρως τις σάρκες των παιδιών της Αφρικής. Κι όχι μόνον αυτό… Τους είπα, αν νομίζετε ότι είναι ζωή αυτή που ζείτε με γεια σας και χαρά σας και με τα… τενεκεδένια φέρετρά σας θα ‘στε μια χαρά! Ξέραν την αλήθεια, ξέραν το άσκοπο της ζωής τους, τα ήξεραν, ήταν έξυπνοι άνθρωποι, αλλά φοβούνταν να την αντικρύσουν. Και θα πούνε κάποια στιγμή, τι κάνω ρε μαλάκα, που ζω; Είναι δυνατόν να είναι αυτή η ζωή μου; Πρωί, μεσημέρι, βράδυ… κι όταν τελειώνει η μέρα να λέω «Αχ! Έφυγε ακόμη μια μέρα!». Ένα κεράκι που έσβησε ακόμα ήταν, αυτό ήταν. Βέβαια, για να αναλάβεις μια ευθύνη για μια χώρα, δεν χρειάζονται μονάχα οι καλές προθέσεις και τα τρυφερά συναισθήματα. Χρειάζεται και μια τεχνογνωσία πάρα πολύ υψηλή για να διαχειριστείς αυτό το φοβερό σύστημα το οποίο έχουν κάνει. Σήμερα, παραδείγματος χάριν, αν κάναμε μια επανάσταση τύπου Οκτωβριανής, μπολσεβίκικης, και ανατρέπαμε το σύστημα, την επόμενη μέρα θα είχαμε χάος. Χάος! Τίποτα δεν θα μπορούσε να διορθώσει αυτή την καταστροφή. Γι' αυτό, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε σήμερα είναι να χτυπάμε, να καταργούμε, τις δομές του συστήματος και να το μεταρρυθμίζουμε προς τον άνθρωπο. Μιλάνε τώρα για πράσινη ανάπτυξη και πράσινα άλογα, μα είναι δυνατόν να μιλάμε για οικολογία και να έχουμε πολεμικές βιομηχανίες; Λοιπόν, υπάρχουν πράγματα θεσμικά που πρέπει να αλλάξουν, αλλά όπως είπα, αυτά πλέον δε με ενδιαφέρουν, όσο δεν βλέπω κάτι να γίνεται. Εγώ μιλάω. Αυτό μπορώ να κάνω, αυτό κάνω, γράφω και κανά βιβλίο, τί άλλο να κάνω; Είναι και ντροπή, νιώθω, εγώ, ντροπή. Όχι ντροπή, μάλλον νιώθω ένα αίσθημα κινδύνου, διότι υπό μία έννοια είναι και ολίγον φασισμός: εγώ, με το ένα πόδι στον τάφο, να διατυπώνω το όραμα της ζωής που θα ζήσετε εσείς. Δεν είναι φασισμός αυτό το πράγμα; Δηλαδή σ’ έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με τόση ταχύτητα τρομακτική, ένας άνθρωπος από το παρελθόν, ο οποίος σήμερα είναι ογδόντα χρονών, να ηγηθεί για τη ζωή των σημερινών παιδιών, η οποία αύριο θα είναι εντελώς διαφορετική; Υπάρχει, άρα, ένα πρόβλημα ευθύνης. Και μου λέει η Ρηνιώ πολλές φορές, «είσαι απαισιόδοξος και σ’ ακούνε τα παιδιά και είσαι μες στη μαυρίλα!». Τι να κάνω, ρε παιδί μου; Στα ογδόντα μου χρόνια να λέω ψέματα; Είμαι απαισιόδοξος. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Εκείνο που μπορώ να υποστηρίξω το υποστηρίζω: ότι ο μόνος δρόμος, ο οποίος δεν μας οδηγεί σε κανένα λάκκο, σε καμιά λακκούβα, σε κανένα κακό συναπάντημα, είναι ο δρόμος της αγάπης, είναι ο δρόμος της τρυφερότητας, είναι ο δρόμος της κατανόησης, είναι ο δρόμος της υπεράσπισης της διαφορετικότητας του άλλου! Αυτός είναι ο μόνος δρόμος. Αν τον ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο δεν κινδυνεύουμε. Ούτε εμείς ούτε οι συνάνθρωποί μας. Οποιεσδήποτε άλλες διαδικασίες, η ιστορία πια μας πείθει ότι είναι επικίνδυνες. Σκεφτείτε αυτό το παλικάρι, τον Φιντέλ Κάστρο που πολεμούσε στα βουνά, αυτός ο ρομαντικός, ο ωραίος τύπος… δικτάτορας κατάντησε! Ο Τσε, ευτυχώς, σκοτώθηκε νωρίς, όπως κι ο Ιησούς. Οι δυο αυτοί έσωσαν την αθωότητά τους. Να ‘σαι άνθρωπος δημιουργικός και ευαίσθητος. Και να αγαπάς. Να αγαπάς! Να μπορείς να μετατρέπεις κάθε μέρα την αγάπη σε αγαπημένο. Η φρέζια μου που είναι εκεί φυτεμένη την αγαπάω, την βλέπω κάθε πρωί, καταλαβαίνεις; Ή έναν συγκεκριμένο άνθρωπο… Όλα τα άλλα… Παρέες, ρε, μπορείς να κάνεις παρέες; Φιλία. Έρωτα! Κάντε έρωτα, αγαπηθείτε κάντε τις παρέες σας, σκεφτείτε, αναπτύξτε την κριτική σας σκέψη. Η αγάπη είναι κάτι που το ζεις, δεν νομίζω ότι είναι κάτι που μπορείς να του δώσεις έναν ορισμό. Η αγάπη είναι αυτό που αισθάνεσαι. Η λογική έχει όρια στην ερμηνεία της πραγματικότητας, η ψυχοσωματική εμπειρία, όμως, είναι του καθενός. Η αγάπη, είναι ένα συναίσθημα που είναι για τον καθένα ιδιαίτερο και για τον καθένα διαφορετικό επίσης. Δεν μπορείς να το ορίσεις απλώς σαν συναίσθημα. Σαν συναίσθημα το ορίζουμε, αλλά στην πράξη, στη ζωή μέσα στην υπόστασή του, είναι του καθενός εμπειρία. Όπως και ο έρωτας επίσης. Ο έρωτας. Αυτό το καταπληκτικό συναίσθημα, το μοναδικό, το οποίο το έχουν βρωμίσει και το έχουν φορτώσει τόση σκουριά και τόση ανηθικότητα που πραγματικά είναι έγκλημα. Αλλά αυτή ήταν και η κουλτούρα μας. Δηλαδή, εγώ θυμάμαι τις γυναίκες που κάθονταν στο σκαλοπάτι και βλέπαν ένα ζευγαράκι να πηγαίνει αγκαλιασμένο προς το βουνό απάνω και λέγανε: πάνε να βγάλουν τα μάτια τους! Λοιπόν, για τα παιδιά που μεγάλωναν και άκουγαν αυτά τα πράγματα, ο έρωτας σήμαινε «να πάνε να βγάλουν τα μάτια τους». Είμαι με τη Ρηνιώ από το 62 μαζί και από το 64 παντρεμένοι… Κατ’ αρχήν ο γάμος είναι καταναγκασμός. Τώρα, στον εικοστό πρώτο αιώνα, να παντρεύονται οι άνθρωποι! Τι είναι αυτό; Τι θα πει παντρεύομαι; Από την αρχή λένε ψέματα, από τους όρκους: αιώνια, μια ζωή… Τί λες, βρε μαλάκα! Σε λίγο, σε ένα, δύο, πέντε χρόνια, το σεξ τελειώνει πια, από κει και πέρα τι γίνεται; Θα ζήσετε και οι δυο με έναν έρωτα στη ζωή σας; Αν η σχέση ακουμπάει σε πολύ περισσότερα πράγματα, δηλαδή βρίσκεται σε ένα ίδιο φιλοσοφικό στίγμα, κι έχει πνευματικό ενδιαφέρον, μπορεί το ζευγάρι να ταξιδέψει και σε άλλους δρόμους ερωτικούς και να ξαναγυρίσει, κι όπως λέει ο Καβάφης, να γυρίσει με πλούτη, με φλουριά με καινούρια πράγματα και να εμπλουτίσει αυτή τη σχέση, αλλιώς αυτό το μέλι θα γίνει φαρμάκι και ο ένας θα μισήσει τον άλλον. Η κατάσταση, δηλαδή, πρέπει να εκτονώνεται! Ο γάμος είναι κατάλοιπο της αντίληψης ότι ο έρωτας είναι αναπαραγωγική διαδικασία και τίποτα περισσότερο. Τέτοια φτώχεια γι’ αυτό το καταπληκτικό συναίσθημα του ανθρώπου που λέγεται έρωτας; Αυτό είναι έγκλημα! Αρκεί να υπάρχει πολιτισμός. Όταν υπάρχει πολιτισμός σε μια σχέση… Πιτσιρικάς συμμετείχα σε αυτό το όνειρο του κομμουνισμού ολόκληρος, κυτταρικά… και καμιά φορά μες το κελί σκεφτόμουνα μοναχός μου κι έλεγα, εντάξει, θα λύσουμε όλα τα προβλήματα των ανθρώπων, αλλά πως θα απαντήσουμε στο πρόβλημα όταν ένα αγόρι αγαπάει ένα κορίτσι και εκείνη δεν τον θέλει ή όταν ένα κορίτσι αγαπάει ένα αγόρι κι εκείνος δεν την θέλει, και βασανιζόμουνα και έλεγα, πώς θα το λύσουμε ρε παιδί μου αυτό το πράγμα; Πώς θα λύσουμε αυτό τον κόμπο; Και βρήκα, όμως, λύση: λέω, μα θα ‘ναι τόσο ελεύθερη και ανοιχτή η κοινωνία, ώστε οι άνθρωποι, το κάθε αγόρι και το κάθε κορίτσι θα χει πολλές επιλογές γύρω του, ώστε να μπορεί να ολοκληρώσει και να εκφράσει τις επιθυμίες του. Ταυτόχρονα, δεν θα υπάρχουν άσχημοι και όμορφοι άνθρωποι, αυτό είναι μια εφεύρεση της ανώμαλης κοινωνικής αισθητικής που εδραιώσαμε. Η προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου είναι ομορφιά, ο κάθε άνθρωπος μέσα του έχει ομορφιά, κουβαλάει ομορφιά κι όταν ανακαλύπτεις αυτό το πράγμα, όταν συνδέεσαι με αυτού του είδους την ομορφιά, όταν τέτοιου είδους είναι οι σχέσεις, ε, αυτές δεν κινδυνεύουν. Έστω και αν μπουν στη συνήθεια και στην κούραση, δεν κινδυνεύουν να εκφράσουν κάποια βαρβαρότητα ή δυστυχία κλπ. Θα ‘ναι μια πολιτισμένη πάλι όμορφη συναισθηματική, αγαπησιάρικη δύση αυτής της σχέσης, προσωρινής ή μονιμότερης. Εγώ, δηλαδή, πιστεύω ότι η ζωή είναι αιώνια και κινείται με κύκλους: ζωή - θάνατος, ηδονή- πόνος, λύπη- χαρά κλπ. Εάν η ζωή δεν είχε αυτές τις συγκρούσεις, αν δεν υποχρέωνε ανά πάσα στιγμή τους ανθρώπους, να περάσουν τα συναισθήματά τους πάνω από την πυρά, θα ήταν μια ζωή αδιάφορη, γι’ αυτό έχει ενδιαφέρον η ζωή γιατί έχει αυτές τις συγκρούσεις! Όμως αυτές οι συγκρούσεις πρέπει να στηρίζονται σε ένα υπόβαθρο πολιτισμού, αλληλοσεβασμού, αλληλοεκτίμησης, αναγνώριση της διαφορετικότητας, κατανόησης των αναγκών του άλλου. Και είπα, αν δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα δεν γίνεται τίποτα, γεννάται δυστυχία, πίκρα… Αν θέλεις να ζήσεις μόνο χαρά στη ζωή σου… Δεν γίνεται αυτό! Σκεφτείτε, ρε, τι βαρεμάρα θα είχε η ζωή να ήταν σαν ένα συριανό λουκούμι που το γλύφεις το πρωί, το γλύφεις το μεσημέρι, το γλύφεις το βράδυ… Ε, δεν λες, αϊ σιχτίρ από δω; Αλλά εκλογικεύσαμε τελείως την πραγματικότητα. Και αυτός ο Άγγλος ο φιλόσοφος και ποιητής, ο Blake, λέει, ότι η λογική έχει όρια στην ερμηνεία της ρομαντικότητας, η φαντασία είναι δημιουργία. Χωρίς φαντασία δεν μπορεί να πορευθεί ο άνθρωπος. Εδώ ο γαλλικός Μάης είχε μια αντίφαση σε ένα απ’ τα συνθήματά του: «η φαντασία στην εξουσία». Μα, είναι δυνατόν να συνυπάρξουν αυτά τα πράγματα; Φαντασία και εξουσία; Γι’ αυτό τα περισσότερα στελέχη του γίναν μέλη των πολυεθνικών εταιριών. Για την γενιά του Πολυτεχνείου; Τι να πω ρε παιδί μου; Μια εξέγερση με όνειρα και αιτήματα της νεολαίας εκείνη της εποχής την οποία απορρόφησε το σύστημα, τους έβγαλε υπουργούς, βουλευτές, και τέλειωσε η υπόθεση. Και τα αιτήματα και τα συνθήματα και τα όνειρα. Και το Πολυτεχνείο, έγινε σαν τις μυγοχεσμένες εικόνες του Χριστού που κρέμονται πάνω από τα δικαστήρια. Σουβλάκια έγινε, ότι θες έγινε, εκτός από κείνο που ονειρευόταν. Γι’ αυτό δεν πάτησα ποτέ σε δεξιώσεις που κάνανε για αντιστασιακούς στο Προεδρικό Μέγαρο. Κάθε χρόνο δεν καλούσανε δαύτους; Του είπα κάποτε του Μίκη Θεοδωράκη, δεν καταλαβαίνεις ότι μ’ όλα αυτά που κάνουν, πως τάχα μου σε τιμάνε και τέτοια, ότι εσύ τους τιμάς; Τους τιμάς, δε σε τιμάνε! Όταν ένας άνθρωπος έχει μια ασφάλεια και μια καθαρότητα και πάει κάπου, ε, καθαρίζει και τους άλλους. Δεν πήγα ποτέ σε προσκλήσεις. Εδώ, ανάβω το τζάκι μου. Και παράσημο μου είπαν να μου δώσουν, τους είπα να το βάλουν στον κώλο τους. Πήγα, μόνο, να μου δώσουν τα ένσημα, διότι ειδικά για τα 6 χρόνια που κάναμε φυλακή στη χούντα, μας δώσανε ένσημα, λες και δουλεύαμε! Ευτυχώς, όμως, γιατί έτσι πήρα μια αναπηρική σύνταξη. Και τους χουντικούς τους δικάσανε. Αυτούς εδώ, ποιος θα τους δικάσει; Η ιστορία; Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι να την γράψουν ακόμα, αν υπάρχουν άνθρωποι, γιατί τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα. Σε πενήντα χρόνια τα νερά του πλανήτη δε θα πίνονται! Αυτά λένε οι επιστήμονες με τον τρόπο που πάμε και καταστρέφουμε συνεχώς υδροφόρους ορίζοντες, τα ποτάμια, τις λίμνες, οι όξινες βροχές, κι όλα αυτά. Θέλω να πω, ότι είμαι απαισιόδοξος. Γιατί; Επειδή είμαστε σ’ έναν κόσμο, ο οποίος είναι, πια, μια γειτονιά. Μια γειτονιά μικρή. Έχουνε μηδενιστεί σχεδόν οι αποστάσεις, συνεπώς και ο εφιάλτης των καταστροφών είναι κοινός. Για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του κόσμου είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας των λαών σ’ ένα παγκόσμιο κίνημα το οποίο θα φέρει την αλλαγή. Μια χώρα μόνη της, έστω κι αν καταφέρει τελικά να διαμορφώσει ένα διαφορετικό ανθρώπινο σύστημα, μια άλλη ποιότητα ζωής για τον λαό της, δεν είναι σίγουρη για το μέλλον όταν π.χ. στην Αλβανία χτίζεται πυρηνικό εργοστάσιο, στη Βουλγαρία το ίδιο, στη Ρουμανία πυρηνικό εργοστάσιο, στην Τουρκία πάνω στο σεισμογενές ρήγμα πυρηνικό εργοστάσιο… Ο άνθρωπος υποτάχθηκε στην τεχνολογία αλλά δεν μπορεί να την ελέγξει. Παραδείγματος χάριν, τί πιο φυσικό θα ήταν, αφού τα πυρηνικά εργοστάσια αποδείχθηκαν ότι είναι πυρηνικές βόμβες κάτω από ορισμένες συνθήκες και μπορούν να καταστρέψουν, να μην μπορεί κανείς να χτίσει πυρηνικό εργοστάσιο χωρίς τη σύμφωνη απόφαση των όμορων χωρών. Διότι αν εκραγεί το περιβόητο εργοστάσιο της Τουρκίας, καταστρέφεται η Ελλάδα, αν εκραγεί το πυρηνικό εργοστάσιο στην Αλβανία καταστρέφεται η Ελλάδα. Τι μέλλον μπορούμε να έχουμε εμείς; Τι μέλλον μπορούμε να διαμορφώσουμε; Κι αν δεν καταφέρουμε να πείσουμε τους Τούρκους, τους Αλβανούς και τους άλλους σε ένα κίνημα μιας άλλης ζωής, ενός άλλου τρόπου ζωής, στην αναζήτηση ενός άλλου τρόπου ενέργειας, π.χ. ηλιακής ή άλλης; Αυτό ακουμπάει κι άλλα προβλήματα και δεν μπορούμε να λύσουμε τέτοιου είδους στοιχειώδη προβλήματα! Που πάμε; Πώς μπορούμε να ονειρευτούμε εμείς σ’ έναν τόπο διαφορετικό αυτή τη στιγμή; Συνεπώς πρέπει να συναντηθούμε και με τους άλλους λαούς. Δεν μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα μέλλον διαφορετικό αν δε διαμορφώσουμε πρώτα μια πολιτισμική ενότητα του κόσμου, διατηρώντας τη διαφορετικότητα του καθενός. Μέσα σε δυο αιώνες έχουμε καταστρέψει εκατομμύρια διαφορετικούς τρόπους ζωής. Αυτό ήταν πλούτος για την ανθρωπότητα, και τον καταστρέψαμε, τον ισοπεδώσαμε. Πρέπει να βρούμε ό,τι διασώθηκε και να ξανανταμώσουμε γύρω απ’ αυτά τα πράγματα. Γι’ αυτό πιστεύω, πάντα, ότι αν υπάρχει μια αισιόδοξη προοπτική αυτή είναι τα πολυεθνικά κοινόβια, δηλαδή, άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της γης οι οποίοι επιχειρούν να συμβιώσουν. Μου λέγε μια φίλη μου η οποία έχει ταξιδέψει πολύ σ’ όλο τον κόσμο κι έχει ζήσει σε τέτοιου είδους κοινόβια «Χρόνη, δεν μπορείς να φανταστείς τι θαύμα ήταν η ζωή. Διαφορετικά φαγητά, διαφορετικό φλερτ, διαφορετική έκφραση και συμπεριφορά του καθενός, διαφορετικές γιορτές, διαφορετικά γλέντια ακόμη και διαφορετικό φιλί!" Ίδια συναισθήματα όμως... Ένας πλούτος, στον οποίο ζούσαν οι άνθρωποι, ούτε έπληττες, ούτε τίποτα, ο καθένας έκανε τη δουλειά του… Ε, μόνο έτσι θα καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε, αλλά αυτά είναι πολύ δύσκολα πράγματα. Επιχειρήθηκαν στην αρχή με το μεγάλο χίπικο κίνημα, το οποίο το σακατέψανε με τα χημικά ναρκωτικά και τα ρέστα, και το τσακίσανε, το δυσφημίσανε, και βέβαια μετά το έκανε και μόδα το σύστημα. Είναι δύσκολα αυτά. Όπως είναι και δύσκολο -επειδή όλοι μας, από την κούνια μας εισπράττουμε αυτή την κουλτούρα- να συνυπάρξουμε χωρίς προβλήματα, γιατί είναι φυσικό σε μια κοινότητα να υπάρχουν και τα ανθρώπινα προβλήματα, που τα περιγράφω και στο «κλειδί» με έναν τρόπο. Πολλοί νέοι, μου στέλνουν οι περισσότεροι ποιητικές συλλογές… Το ενενήντα εννιά τοις εκατό των Ελλήνων είναι ποιητές! Και έρχονται και παιδιά που με ρωτάνε, πώς γράφεται ένα βιβλίο; Εγώ τους απαντάω το εξής: Βάλτε μια λευκή κόλλα μπροστά σας και πάρτε και ένα μολύβι και καθίστε. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Αν έχετε να βγάλετε κάτι θα το βγάλετε, κι αν έχετε να γράψετε κάτι θα το γράψετε. Λευκό χαρτί και μολύβι! Τα άλλα όλα είναι εκ του περισσού. Αν θες να γράψεις με το συναίσθημά σου, με αυτό που πιστεύεις, με αυτό που σε συνεπαίρνει αυτή τη στιγμή, δε χρειάζεσαι τίποτα. Ούτε καμιά οδηγία, ούτε καμιά τεχνική. Καλύτερα άσε την κόλλα άσπρη μέχρι να σου ‘ρθει! Καμιά φορά διαβάζω συγγραφείς που βλέπω πίσω στο βιογραφικό τους ότι πήγαν στην τάδε σχολή συγγραφέων… Εγώ έμαθα γράμματα απ’ την λογοτεχνία, από κει έμαθα και μαρξισμό, από κει έμαθα και κοινωνιολογία, από κει έμαθα και οικονομία. Διάβασα όλη τη Ρώσικη κλασική και σοσιαλιστική λογοτεχνία, διάβασα όλη τη γαλλική λογοτεχνία, η οποία είναι καταπληκτική, διάβασα σύγχρονη αμερικάνικη λογοτεχνία. Μέσα από τη λογοτεχνία μαθαίνεις τη γλώσσα, μαθαίνεις να μιλάς, παίρνεις γνώσεις τρομακτικές από όλους τους χώρους..." " Πηγή: Συνέντευξη στην Κρυσταλία Πατούλη, δημοσιευμένη στο tvxs: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xronis-missios-einai-epitaktiki-i-anagki-tis-synergasias Πολλά μέσα επικοινωνίας διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας ασχολήθηκαν τελευταία με το θέμα του «Ι-dosing. Παρουσιάζεται ως το νέο «ηχητικό ναρκωτικό» που πλήττει τη νεολαία μέσω του διαδικτύου και των mp3. Είναι άραγε η νέα μάστιγα που τρελαίνει εγκεφάλους; Πόσο εθιστικό είναι; Από πού προέρχεται; Τι είναι το «I-dosing» Με απλά λόγια, το i-dosing (άι-ντόζινγκ) είναι η απόπειρα να επιτύχει κάποιος να «φτιαχτεί», από την ακρόαση ειδικά επεξεργασμένων ήχων και μουσικής, όπως γίνεται με τα ναρκωτικά. Δεν πρόκειται λοιπόν για μια νέα εθιστική και χημική ουσία, αλλά για ήχους. Οι έφηβοι δοκιμάζουν το καινούργιο «προϊόν» κατεβάζοντάς το από το ίντερνετ, σαν μουσικό κομμάτι κι αν θέλουν, το περνούν στο mp3 τους και μπορούν να κάνουν ακρόαση σ’ αυτό για ώρες. Και εδώ τίθεται το ερώτημα: μπορεί ένας ήχος να είναι τόσο επικίνδυνος, όσο μια εθιστική ουσία; Διάφοροι προμηθευτές αυτής της νέας αγοράς με τα «καθιερωμένα ναρκωτικά», συνήθως από το διαδίκτυο, ισχυρίζονται ότι οι διαφορετικές ναρκο-ηχογραφήσεις μπορούν να προσομοιώσουν αντίστοιχα τα διαφορετικά συναισθήματα ευφορίας που προκαλούν η μαριχουάνα, τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα, το LSD, η κοκαΐνη, το έκσταση κτλ.. Ένα παλιό «ναρκωτικό» Μια πρόχειρη έρευνα μας δείχνει ότι το Ι-doser δεν είναι καινούργιο. Σύμφωνα με τον αμερικανό Ρον Ντόιλ, συνεργάτη του περιοδικού Psychology Today, πρόκειται για ένα πολύ παλιό «ναρκωτικό» σε νέα συσκευασία, και στην …ουσία μιλάμε για θεραπεία μέσω ήχων. Το 1839 ένας Χάινριχ Ντόουβ ανακάλυψε ότι δύο σταθεροί τόνοι παιγμένοι σε λίγο διαφορετικές συχνότητες σε κάθε αφτί, έκαναν τον ακροατή να συλλαμβάνει στον ήχο ένα ρυθμό σε γρήγορη συχνότητα. Το φαινόμενο ονομάστηκε «binaural beats» και ερευνήθηκε κλινικά για τη θεραπεία του άγχους και την επίδρασή του στα εγκεφαλικά κύματα. Αντίθετα, υπάρχει η διεθνώς αναγνωρισμένη ηχοθεραπεία Τοματίς, που έχει εξελίξει ο Γάλλος ωτορινολαρυγγολόγος Τοματίς, μέσω της οποίας επανενεργοποιείται η ακοή του δεξιού αφτιού που εξισορροπεί και κάνει πιο λειτουργικό τον εγκέφαλο στη συγκέντρωση, στην απομνημόνευση και στην εκμάθηση ξένης γλώσσας. Εκτός επιστημονικού πεδίου υπάρχει ο ισχυρισμός ότι αυτά τα ηχητικά κύματα αυξάνουν την ντοπαμίνη και τις Β-ενδορφίνες, ότι βοηθούν στη συγκέντρωση, στη διαδικασία της μάθησης και του ύπνου. Κάπου εδώ σήμερα εμφανίζονται και οι πιτσιρικάδες που τσίμπησαν το δόλωμα του φρέσκου μάρκετινγκ και το θεωρούν ως μια νέα απόλαυση εκμυστηρευόμενοι ο ένας στον άλλον ότι τους «φτιάχνει». Ε… βλέπετε; Με τα στοιχεία αυτά δεν θέλει και πολύ για να διαδοθεί. Για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους Η επιστημονική κοινότητα, έγκυρες εφημερίδες στο εξωτερικό όπως η Ουάσινγκτον Ποστ και πανεπιστήμια ιατρικής, όπως το Oregon Science University, ερεύνησαν το «ναρκωτικό» αυτό για το οποίο δημοσιεύτηκε ότι τρελαίνει τον εγκέφαλο. Αυτό που βρήκαν είναι ότι δεν προκαλεί καμιά βλάβη. Έτσι αποδεικνύεται «μούφα» ο συναγερμός από ορισμένα ελληνικά μέσα επικοινωνίας και από πολλά δήθεν έγκυρα σάιτ στο διαδίκτυο, που επιδίδονται στο να αναστατώνουν την κοινωνία με το παραμικρό, πιθανότατα για ίδιον όφελος. Αυτή η παραπληροφόρηση, που ανακατεύει μέχρι και τις αρχές ηλεκτρονικού εγκλήματος, σε συνδυασμό με την εξάπλωση των δυσάρεστων και ανησυχητικών ειδήσεων μάλιστα, ίσως κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό. Ας χαλαρώσουμε λοιπόν, δεν κινδυνεύουν τα παιδιά μας και από το Ι-dosing, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Αυτοί που κινδυνεύουν, είναι όσοι νομίζουν ότι την «ακούνε» με τους ήχους αυτούς, αυθυποβαλλόμενοι τόσο εύκολα. Τώρα αν δείτε το παιδί σας να απαρνιέται το hip-hop, την trance, ή το death metal για τους «θορύβους» του i-dose, ψάξτε λίγο περισσότερο για τα κίνητρά του. Ηθικόν δίδαγμα Γενικά ας μην ασπαζόμαστε άκριτα οποιεσδήποτε πληροφορίες μεταφέρονται από τα διάφορα μέσα, συμβατικά ή ηλεκτρονικά, από ειδησεογραφικές ιστοσελίδες και από ιστολόγια αμφίβολης εγκυρότητας. Γιατί οι καιροί είναι χαλεποί. Αρκετές σκοτούρες έχουμε ήδη. Ας μην προσθέτουμε κι άλλες, ανύπαρκτες στην ουσία τους. "Γέλιο, έκφραση χαράς, ευαρέσκειας, ειρωνίας ή σαρκασμού, με τη σύσπαση των μυών του προσώπου και ιδίως του στόματος, η οποία συνοδεύεται από ηχηρές εκπνοές" (Λεξικολογική ερμηνεία). Ως εναλλακτικό ηρεμιστικό, αγχολυτικό, μυοχαλαρωτικό, το γέλιο απελευθερώνει και θεραπεύει. Αποτελεί μια αστείρευτη και ανέξοδη πηγή ευεξίας, που ευεργετεί όλο τον οργανισμό μας, ενθαρρύνοντάς μας να αντι- μετωπίσουμε τις αντιξοότητες της ζωής αισιόδοξα και δημιουργικά. Διεγείρει ευχάριστα το νου και χαρίζει μακροζωία. Μην περιμένετε την πρώτη Κυριακή του Μαΐου, που είναι η Παγκόσμια Ημέρα Γέλιου, για να γελάσετε. Κάντε το καθημερινά, πολλές φορές μέσα στη μέρα, στην ανάγκη γαργαληθείτε, ξεκαρδιστείτε, κάντε συλλογή από ανέκδοτα, κάντε παρέα με τύπους ανάλαφρους που διαθέτουν πολύ χιούμορ, βρείτε τον τρόπο να επιδοθείτε σε ένα από τα πιο θεραπευτικά μέσα που διαθέτουμε ως άνθρωποι από τη φύση μας: το χιούμορ. Σώζει από την αμηχανία, από το φόβο, από το στρες, από την αρνητική διάθεση! Οι ψυχολόγοι υπολογίζουν ότι το 95% των σκέψεων που κάνει συνήθως ένα άτομο όταν ξυπνάει, είναι αρνητικές. Αν το καλοσκεφτούμε, είμαστε γεμάτοι «δεν» και «μη». Κι όταν αφήνουμε το φόβο να μας καταλάβει, παραλύουμε, γινόμαστε ανίκανοι να λειτουργήσουμε. Φωτίστε το σκοτάδι γελώντας ηχηρά! Κάντε «σαν να» νιώθετε ευθυμία και σταδιακά θα βρείτε το δρόμο που οδηγεί σε μια σταθερή ψυχική ισορροπία, όχι εθελοτυφλώντας, αλλά περνώντας μέσα από το ρεαλισμό και την αντιμετώπιση κάθε κατάστασης στις πραγματικές της διαστάσεις, χωρίς την αίσθηση της υπερβολής και της σοβαροφάνειας. Αυτοσαρκαστείτε και λιγάκι, δεν κάνει κακό. Το να παραμένετε ανάλαφροι παρά τις ενδεχόμενες δυσχέρειες, σας δίνει το πλεονέκτημα να χαλαρώνετε το μυαλό σας και να ξεπερνάτε κάθε εμπόδιο δημιουργικά. «Δυνατό ανοσοποιητικό; Ας γελάσω»! Σε μια εποχή ζοφερή όπως αυτή που διανύουμε τελευταία, όπου όλα αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη και συνήθως προς το χειρότερο, ο καθένας μας χρειάζεται να διαχειρίζεται άμεσα θετικά κάθε αλλαγή. Το γέλιο εκτονώνει την κρίση, δίνει αυτοπεποίθηση και χαρά. Είναι φυσικό αντικαταθλιπτικό. Σύμφωνα με την εσωτερική βιοχημεία του οργανισμού και τη νευροφυσιολογία, το γέλιο βοηθάει στη δημιουργία περισσότερων Τ-κυττάρων που αποτελούν το αμυντικό μας σύστημα, με δύο τρόπους: αυξάνει τη συγκέντρωση των αντισωμάτων που κυκλοφορούν στο αίμα και των λευκών αιμοσφαιρίων. Έτσι ο οργανισμός γίνεται πιο ανθεκτικός στις λοιμώξεις. Επίσης το γέλιο προκαλεί μεγαλύτερη οξυγόνωση. Όταν γελάμε, ο αέρας κινείται με ταχύτητα 120 χιλιομέτρων την ώρα μέσα στους πνεύμονές μας, κινεί το διάφραγμα και κάνει μασάζ σε όλη τη σπλαχνική κοιλότητα, βοηθώντας έτσι το πεπτικό μας σύστημα να μειώνει συμπτώματα δυσπεψίας ή αεροφαγίας, ακόμα και τη δυσκοιλιότητα! Επιτυγχάνει καλύτερη οξυγόνωση των μυών του προσώπου και μειώνει τα επίπεδα κορτιζόλης και αδρεναλίνης, των ορμονών του στρες. Τη στιγμή που γελάμε, εκλύονται ενδορφίνες και εγκεφαλίνες, ουσίες με παυσίπονη δράση που προκαλούν ταυτόχρονα ευφορία και ηρεμία. Ένα λεπτό ξεκαρδιστικού γέλιου ισοδυναμεί με πολλά λεπτά χαλάρωσης., αλλά μπορεί να αδυνατίζει κιόλας! Πληροφορηθήκαμε ότι 100 με 200 γέλια την ημέρα ισοδυναμούν με 10 λεπτά κωπηλασίας ή τρεξίματος, ενώ μια ώρα γέλιου «καίει» γύρω στις 500 θερμίδες, καθώς κινεί όλους τους μυς του σώματος. Η ολιστική ιατρική «συνταγογράφει» πολύ γέλιο Ο άνθρωπος συναποτελείται από το τρίπτυχο σώμα-συναίσθημα-πνεύμα. Αυτά τα τρία στοιχεία χρειάζεται να συνεργάζονται αρμονικά για να υπάρχει υγεία σωματική, ψυχική και πνευματική. Στην εποχή μας έχουμε όλες τις πληροφορίες για να τρέφουμε και να γυμνάζουμε το σώμα μας σωστά και το κάνουμε ως ένα βαθμό. Τί κάνουμε όμως για τον ψυχισμό μας; Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν κάνει συνήθως τίποτα. Τα αρνητικά συναισθήματα που μας κατακλύζουν καθημερινά, -θυμός, φόβος, μνησικακία, άρνηση, θλίψη, ενοχές, αναστάτωση, άγχος, ανασφάλεια-, μας προκαλούν ενοχές και γενικά δεν εκφράζονται. Είτε τα συνειδητοποιούμε, είτε όχι, αυτά παραμένουν και συσσωρεύονται μέσα μας. Σταδιακά μάλιστα, σωματοποιούνται σε συμπτώματα, όπως γαστρίτιδα, έλκος, κολίτιδα, αλλεργίες, υπέρταση, αρθριτικά, ημικρανίες, αϋπνίες και πολλά άλλα. Και το πνεύμα, χρειάζεται και αυτό ένα ανοιχτό και δημιουργικό πλαίσιο θετικής σκέψης για να είναι υγιές. Οι περισσότεροι άνθρωποι παγιδευόμαστε συνήθως σε μια «προσωπική» λογική, με πεποιθήσεις και απόψεις, τόσο περιοριστικές, που μας θυματοποιούν. Μας πλημμυρίζουν με ενοχές και ψευδαισθήσεις και παραμορφώνουν την πραγματικότητα. Έτσι δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε ότι έχουμε δυνατότητα επιλογής ενός άλλου τρόπου σκέψης. Τη δυνατότητα να αλλάζουμε γνώμη, να προτιμάμε λύσεις που ξεφεύγουν από τα «πρέπει» που μας έχουν φυτευτεί από το περιβάλλον μας, από την παιδική μας ηλικία μέχρι σήμερα, ως τα μόνα ορθά. Εδώ είναι που επεμβαίνει το χιούμορ και απαλύνει πράγματα και καταστάσεις, ακόμα και τις πιο δυσάρεστες. Απελευθερώνει το πνεύμα και ενθαρρύνει το νου να χαλαρώνει και να κάνει θετικές σκέψεις, να αναθεωρεί τα δεδομένα και να δίνει άλλη διάσταση σε καθετί. Το γέλιο μας προκαλεί να κάνουμε μια παύση και να δούμε ένα θέμα με «άλλο μάτι», πιο χαλαρό και νηφάλιο. Κάνει τους φόβους μας να φαντάζουν λίγο αστείοι, μας γεμίζει αισιοδοξία. Κι αυτό είναι άμεσα θεραπευτικό. Γελωτοθεραπεία σε 5 βασικά βήματα
Λοιπόν, τί λέτε; Μήπως να βάλουμε τα γέλια, εδώ και τώρα που μας χρειάζεται; Ξεκινήστε μόνοι, με παρέα ή γκουγκλάρετέ το και απευθυνθείτε σε ελληνικές Κλινικές Γέλιου παίρνοντας μαθήματα Γιόγκας Γέλιου. Θα με θυμηθείτεεεε...! Χαχαχα! ... Πηγές: Ελληνική Κλινική Γέλιου, Κλαμπ Γέλιου Αθήνας Αν μπορείς να είσαι χαμογελαστός, αγνοώντας πόνους και κούραση
Αν μπορείς να καταλάβεις πότε οι αγαπημένοι σου είναι πολύ απασχολημένοι για να σου αφιερώσουν χρόνο Αν μπορείς να μη διαμαρτύρεσαι και να μην απασχολείς τους άλλους με τα προβλήματά σου Αν μπορείς να δεχτείς κριτική και κατηγορίες χωρίς αντίσταση Αν μπορείς να αντιμετωπίσεις τον κόσμο χωρίς ψέματα κι εξαπάτηση Αν μπορείς να τρως το ίδιο φαγητό κάθε μέρα και να είσαι ευγνώμων γι αυτό Αν μπορείς να ξεκινήσεις τη μέρα σου χωρίς καφεΐνη Αν μπορείς να χαλαρώσεις χωρίς αλκοόλ Αν μπορείς να κοιμάσαι βαθειά κάθε βράδυ… … τότε κατά πάσα πιθανότητα είσαι ο οικογενειακός σκύλος…!!! |
Author
Επικοινωνία, ανταλλαγή ιδεών και θετική διάθεση. Archives
October 2016
Categories |